Δήμος Τρικκαίων

Το τραγούδι που έμεινε μετέωρο

8 Ιουλίου 2020

ΕΝΕΠΝΕΥΣΕ ΤΟΝ ΙΤΑΛΟ ΣΥΝΘΕΤΗ ΛΟΥΤΪΖΙ ΝΟΝΟ

Το στερνό γράμμα του Κώστα Σύρμπα

Απόσπασμα του -μαζί με παρόμοια κείμενα Ελλήνων πατριωτών- στο «Τραγούδι που κόπηκε»

Σ’ ένα απ’ τα τελευταίο τεύχη του περιοδικού «Θέατρο», το 1974, δημοσιεύτηκε κάτι, το πραγματικά συγκλονιστικό για τη νωπή ιστορία των Τρικάλων. Πρόκειται για άγνωστες λεπτομέρειες γύρω απ’ το μουσικό έργο του διάσημου πρωτοποριακού Ιταλού συνθέτη Λουίτζι Νόνο «Ιλ Κάντο Σοσπέσο» που είναι περισσότερο γνωστό στους μουσικούς κύκλους ως «το τραγούδι που κόπηκε».

Ο Ιταλός συνθέτης πρωτοτυπώντας, χρησιμοποίησε στο έργο του αποσπάσματα απ’ τα στερνά γράμματα τριών ελλήνων πατριωτών λίγο πριν εκτελεστούν απ’ τις δυνάμεις κατοχής. Και ανάμεσα τους ο συμπολίτης Κώστας Σύρμπας που σε ηλικία 22 χρονών κρεμάστηκε από τους Γερμανούς στην κεντρική πλατεία με πρωτοφανή αγριότητα —το σχοινί έσπασε δυο φορές, άλλα οι Γερμανοί δήμιοι του τού πέρασαν για τρίτη φορά στο σχοινί της αγχόνης. Ήταν 18 Απριλίου 1944. Και λίγο πριν στηθεί στην αγχόνη, ο Κώστας Σύρμπας κατόρθωσε να στείλει στον πατέρα του Γιώργο το εξής σημείωμα, γραμμένο πρόχειρα και βιαστικά.

18 Απρίλη 1944

Λατρευτέ μου πατέρα,

Σε δυό ώρες θα με κρεμάσουν στην πλατεία γιατί είμαι πατριώτης. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Μην πικραίνεσαι πατέρα. Αυτό ήτανε γραφτό για μένα. Πεθαίνω με παρέα. Αντίο. Φιλώ τη μητέρα και όλους. Χαιρετισμούς στους γείτονες. Καλή αντάμωση στον άλλο κόσμο, θα σάς περιμένω. Και ή μέρα που θα φτάσετε, θα είναι για μένα γιορτή. Τα πράγματα μου, θα τα πάρετε από την Αστυνομία. Το πορτοφόλι μου, δεν είχε μέσα τίποτα. Όμως είναι καινούργιο. Πάρτο εσύ πατέρα. Γεια σας. Να θυμάσαι πως ο γιός σου πάει πικραμένος, γιατί δε θ’ ακούσει τις καμπάνες της Ελευθερίας. Αντίο. Ζήτω η Ελευθερία.

ΚΩΣΤΑΣ

Ήτανε γραφτό να πεθάνω Απρίλη»

Το γράμμα αυτό το απλά ηρωικό του Κώστα Σύρμπα, συμπεριλήφθηκε σε ογκώδη τόμο με γράμματα καταδικασμένων σε θάνατο της ευρωπαϊκής αντίστασης» του Ιταλικού οίκου Τζούλιο Εϊνάουντι. Εκεί το βρήκε κι ο Λουίτζι Νόνο και το επέλεξε για το έργο του «Ιλ κάντο σοσπέσο»— μαζί με άλλα τρία γράμματα Ελλήνων νεαρών πατριωτών που εκτελέστηκαν απ’ τους Γερμανούς, τον 20χρονο φοιτητή φιλολογίας Λεύτερη Κιοσσέ και τον 14χρονο μαθητή Αντρέα Λυκουρίνου.

Δεν είμαι εκείνος που θα κρίνω την άξια του ημιτελούς έργου του Ιταλού μουσουργού. Βρίσκω όμως ιδιαίτερα συγκλονιστικό το γεγονός πως τα λόγια του Κώστα Σύρμπα, του 22χρονου Τρικαλινού κουρέα της αντιστάσεως, μίλησαν τόσο βαθειά στην ψυχή του Λουίτζι Νόνο, ώστε να τα κάνη μουσική αθάνατη και τραγούδι. Έτσι στο τρίτο μέρος του έργου ο τενόρος μιλάει με τα λόγια του Κώστα Σύρμπα:

Ο Κώστας Σύρμπας

«…θα με κρεμάσουν στην πλατεία γιατί είμαι πατριώτης. Ο γιος σου πάει, δεν θ’ ακούσει τις καμπάνες της Ελευθερίας»…

Και πράγματι χτύπησαν οι καμπάνες της ελευθερίας που δεν άκουσε ο Κώστας Σύρμπας μέσα στον νεανικό του τάφο. Όμως ο κόσμος όλος θ’ ακούει σε λίγο -κάποτε- το ηρωικό τραγούδι του, ζωντανεμένο με την δύναμη ενός Λουίτζι Νόνο.

Κλείνοντας το σημείωμα παραθέτω σύντομη βιογραφία του Κώστα Σύρμπα όπως την έδωσε το περιοδικό:

«Εικοσιδυό χρονών. Κουρέας. Γεννήθηκε στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας στα 1922. Προσχώρησε στις πρώτες ομάδες του βουνού. Έδειξε ιδιαίτερη δραστηριότητα στην οργάνωση αντιστασιακών ομάδων στην γύρω απ’ τα Τρίκαλα περιοχή. Πιάστηκε για πρώτη φορά το 43 από τις ιταλικές αρχές κατοχής. Απελευθερώθηκε στις 8 του I Σεπτέμβρη του 1943 όταν ένα μεγάλο τμήμα Ιταλών στρατιωτών, ενώθηκε με τους Έλληνας της Αντίστασης.

Στις 18 Απριλίου του 1944 σε μια επιχείρηση εναντίον του γερμανικού Φρουραρχείου στα Τρίκαλα, σκοτώθηκαν 8 Γερμανοί στρατιώτες, αλλά ο Σύρμπας πιάστηκε αιχμάλωτος. Οδηγήθηκε για λίγες ώρες στις τοπικές φυλακές & βασανίστηκε. Την ίδια μέρα, οι Γερμανοί τον κρέμασαν στην κεντρική πλατεία των Τρικάλων μπροστά στον πάτερα του. Το σχοινί έσπασε. Η εκτέλεση επαναλήφτηκε.

Το σχοινί έσπασε για δεύτερη φορά. Η εκτέλεση επαναλήφτηκε για τρίτη φορά —και πέτυχε. Μαζί του κρεμάστηκαν οι σύντροφοι του Μπράκης, Πέτρος Γιαννάκας, Στέργιος Γκάντζος και Κώστας Στεργιόπουλος».

Το έργο του Λουίτζι Νόνο συζητείται ευρύτατα στην Αθήνα. Και το όνομα του Σύρμπα μαζί με των άλλων πατριωτών βρίσκεται στο στόμα των Αθηναίων.

ΕΥΘ. ΛΩΛΗΣ


Ποιος ήταν ο συνθέτης Luigi Nono, (Βενετία 1924 – 1990)

Luigi Nono

Ο Νόνο, γεννημένος στη Βενετία στις 29 Ιανουαρίου του1924, παρακολούθησε μαθήματα (1941-46) στη Βενετσιάνικη Ακαδημία “Μπενεντέττο Μαρτσέλλο” με τον Μαλιπιέρο, ενώ παράλληλα σπούδασε Νομικά στην Πάντοβα, λαμβάνοντας το πτυχίο του στα είκοσι δύο του χρόνια, το 1946. Ανάμεσα στα έτη 1946 – 1950 τον συναντάμε, κοντά στο συμπατριώτη του, συνθέτη Μπρούνο Μαντέρνα, με τον οποίο κάνει μαθήματα συγκριτικής ανάλυσης της τεχνικής σύνθεσης σε έργα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.

Είκοσι τεσσάρων χρονών στα 1948, σπουδάζει σύγχρονες τεχνικές δίπλα στον αρχιμουσικό και εκφραστή της σύγχρονης μουσικής δημιουργίας, Χέρμαν Σέρχεν. Το 1950 με τη βοήθεια του Σέρχεν ο Νόνο πρωτοεμφανίζεται στο πρωτοποριακό φεστιβάλ του Ντάρμστατ, με το ορχηστρικό έργο του “Variazioni Canoniche” και το 1955, πέντε χρόνια αργότερα, παντρεύεται την κόρη του Σένμπεργκ, Νούρια.

Ο Νόνο έχει στο μεταξύ αποκηρύξει όλες τις νεανικές του συνθέσεις, της εποχής του Μαλιπιέρο. Ύστερα από μια θητεία στο δωδεκάφθογγο σύστημα, πέρασε στο λεγόμενο καθολικό σειραϊσμό, την αυστηρή δηλαδή οργάνωση, όχι μόνο των τονικών υψών της διάταξης των φθόγγων, αλλά και των ρυθμών, διαρκειών και εναλλαγών, όπως επίσης της δυναμικής και των ηχοχρωμάτων.

Ωστόσο ο Νόνο είναι γνωστός όχι μόνο σαν πρωτοπόρος στην τέχνη του, αλλά και σαν στρατευμένος συνθέτης. Τα πιο σημαντικά έργα του αντιπροσωπεύουν διαμαρτυρίες ενάντια στο φασισμό και την καταπίεση. Τη δεκαετία δε του 1950 υπήρξε ένας από τους ελάχιστους «στρατευμένους» συνθέτες.

Il canto sospeso – Το τραγούδι που έμεινε μετέωρο

Το 1949 ο Ιταλός εκδότης Τζούλιο Εϊνάουντι κυκλοφόρησε στα ιταλικά ένα τόμο με τον τίτλο «Lettere di condannati a morte della Resistenza Europea» (Γράμματα καταδικασμένων σε θάνατο της Ευρωπαϊκής Αντίστασης). Ο τόμος περιελάμβανε γράμματα εκτελεσθέντων από τους Ναζί από δεκαέξι χώρες: Γάλλων, Ελλήνων, Ιταλών, Τσέχων, Γερμανών, Γιουγκοσλάβων, Αυστριακών, Δανών, Νορβηγών, Ρώσων…

Ο Νόνο αντί για ποίηση χρησιμοποίησε στο έργο του «Il canto sospeso» τα γράμματα που έστειλαν στους δικούς τους –λίγο πριν στηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα- δέκα αγωνιστές της Ευρωπαϊκής Αντίστασης. Τρεις από αυτούς είναι Έλληνες, ο Ανδρέας Λυκουρίνος, 14 ετών, μαθητής, ο Λευτέρης Κιοσσές, 19 ετών, φοιτητής και ο Κώστας Σύρμπας, 22 ετών, κουρέας. Στις 750 συνολικά σελίδες της, η έκδοση του Εϊνάουντι είχε αφιερώσει 35 σελίδες στην Ελλάδα, σώζοντας έτσι μηνύματα 32 Ελλήνων που εκτελέστηκαν από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής.

Ο Λουίτζι Νόνο συνέθεσε αυτή την καντάτα ένα χρόνο μετά την κυκλοφορία του βιβλίου, ως παραγγελία της Δυτικογερμανικής Ραδιοφωνίας της Κολωνίας.

Αξίζει να σημειωθεί πως η μετοχή «sospeso» στον τίτλο του έργου σημαίνει «κομμένο», «που έμεινε στη μέση», αλλά και «μετέωρο». Αφήνοντας μετέωρη και αυτή ακόμα την αφιέρωση, ο Νόνο χαρίζει το έργο του «A tutti loro», δηλαδή σε όλους εκείνους…

Από τα κυριότερα έργα του είναι ο Επιτάφιος για τον Γκαρθία Λόρκα (1953) σε τρία μέρη για χορωδία, φλάουτο και ορχήστρα, το Τραγούδι που σταμάτησε (1956), για χορωδία και ορχήστρα, βασισμένο σε γράμματα παρτιζάνων καταδικασμένων σε θάνατο, τα Χορικά της Διδώ (1958) σε στίχους του Τζουζέπε Ουνγκαρέτι, η σκηνική δράση Αδιαλλαξία (1960), την καντάτα Στη γέφυρα της Χιροσίμα (1963) και η σύνθεση Το φωτισμένο εργοστάσιο (1964), για φωνή, ορχήστρα και μαγνητοταινία, σύνθεση στην οποία οι πιο τολμηρές ηχητικές εμπειρίες, στηριγμένες σε μια πνοή πραγματικά επική, φωτίζονται από τον συγκινημένο παλμό της ανθρώπινης φωνής.

Για την αντιγραφή: Σ.Α. Μπακοβασίλης