Δήμος Τρικκαίων

Ο Ζήσης Μαμάλας και οι βδέλλες του

13 Μαρτίου 2019

Ο Ζήσης Μαμάλας, ένας άλλος γραφικός τρικαλινός τύπος της παλιάς εποχής, πολύ διαφορετικός όμως από τον Πατσίλα. Ένας κοντόσωμος κοκαλιάρης γεροντάκος με μαυριδερό σαν… γάνα χρώμα του προσώπου του, που φορούσε μια τριμμένη φουστανέλα και τριγυρνούσε στους δρόμους της πόλης με το βιολί υπό μάλης και την σακουλίτσα με τις βδέλλες, φωνάζοντας με την χαρακτηριστική ψιλή φωνή του:

— Βδέλλεεες…

Το πραγματικό του όνομα ήτανε Ζήσης Φασούλας και κυριάρχησε σαν «τύπος» της πόλεώς μας πάνω από τριάντα χρόνια. Το παρατσούκλι Μαμάλας προήλθε σε ανάμνηση κάποιου ονόματι Μαμάλα, που ήτανε τύπος μέθυσου ανθρώπου. Το απόκτησε δε ο Ζήσης αφότου άρχισε να πίνει και να γίνεται… σκνίπα στο μεθύσι. Πέθανε τον χειμώνα του 1965, σε ελεεινή πραγματικά κατάσταση.

Σε όλη του την ζωή ο Μαμάλας ήταν ένας βιοπαλαιστής, που αγωνίζονταν να ζήσει. Όσα έβγαζε τα κατέθετε στις ταβέρνες, στις οποίες κοπανούσε ατέλειωτα κατοσταράκια και όταν πια τέλειωναν τα χρήματά του έπαιρνε τους δρόμους τρικλίζοντας και κάνοντας οχτάρια, ώσπου κατέληγε στο σπίτι του —ένα χαμόσπιτο πάνω στην Αγία Μαρίνα. Στο πέρασμά του οι πιτσιρίκοι της γειτονιάς αρχίζανε τα πειράγματά τους:

-— Ζήσ’ Μαμάλα ουουουου…

Αυτός νεύριαζε και τα πετροβολούσε βρίζοντάς τα συγχρόνως:

-— Ουστ, τσογλάνια… και διάφορα άλλα γαλλικά.

Σε γιορτές και πανηγύρια ο Ζήσης Μαμάλας ήτανε απαραίτητος στις συντροφιές γλεντζέδων, που τους διασκέδαζε με το βιολί του, περισσότερο όμως με τα καμώματά του. Ακόμα εμφανίζονταν τις παραμονές Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς παίζοντας με το βιολί του τα κάλαντα στα μαγαζιά της αγοράς. Και όσα μάζευε έτρεχε να τα καταθέσει στην πρώτη ταβέρνα πού συναντούσε…

ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΑ: Σ.Α. ΜΠΑΚΟΒΑΣΙΛΗΣ

Για τη ζωή του Ζήση Μαμάλα ο δημοσιογράφος Θύμιος Λώλης έγραψε στην εφημερίδα «Τρικαλινά Νέα» τα παρακάτω ενδιαφέροντα για τον αξέχαστο αυτόν τρικαλινό τύπο:

«Ο Ζήσης Μαμάλας είχε έρθει στα Τρίκαλα απ’ την Τούργια Κρανιά, στις αρχές του αιώνα μας κι’ εγκαταστάθηκε στα χαμόσπιτα κάτω από την Άγια Μαρίνα — όπως κι’ άλλοι, συγχωριανοί του — που από το μελαψό χρώμα τους πήραν το όνομα «γύφτικα». Εκεί για δεκαετίες διέμεναν όλοι οι βιοπαλαιστές των «παρεξηγημένων» επαγγελμάτων, οι λούστροι, οι χαμάληδες κ.ά. Σήμερα η Αγία Μαρίνα έχει γίνει μια όμορφη συνοικία, που δεν θυμίζει τίποτα απ’ το… δακτυλοδεικτούμενο παρελθόν της. Στην αρχή —και για πολλά χρόνια— ο Ζήσης Φασούλας δούλευε στο εργοστάσιο Σεισοπούλου, που επεξεργάζονταν, ως γνωστόν, καπνά. Με το μεροκάματο ο Ζήσης έκανε οικογένεια, δύο αγόρια, τον Κώστα και τον Χρήστο, και μια κόρη, την Ουρανία.

Επακολούθησαν δύσκολα χρόνια. Το εργοστάσιο έκλεισε, τα χρόνια πέρασαν, ήρθε η κατοχή. Φτώχεια, πείνα. Και μέσα σ’ αυτή τη λαίλαπα ο Ζήσης βρήκε μια διέξοδο να ζήσει, τις βδέλλες. Ήταν η εποχή, που τα γιατροσόφια και οι κομπογιαννίτες οργίαζαν. Ήταν τα χρόνια που οι βεντούζες με αίμα ήταν η ασπιρίνη της εποχής μας. Ήταν τα πρώτα χρόνια της Ιατρικής, που δεν απέκρουε την χρησιμότητα του γλοιώδους υδρόβιου, της βδέλλας. Αυτή την πραγματικότητα άρπαξε ο Ζήσης Μαμάλας για να ζήσει. Μάζευε βδέλλες απ’ τα ποτάμια κοντά στην πόλη μας, που ακάθαρτα, τότε, προσφέρονταν για τον πολλαπλασιασμό τους. Επίσης κι’ από «χαβούζα». Ήταν σχεδόν ο μοναδικός στο πιάσιμο της βδέλλας. Το μαύρο σακουλάκι ήταν πάντα γεμάτο, καθώς και μια βυτίνα στο σπίτι του.

Πολλές φορές ο Ζήσης δεν περιορίζονταν στην πώληση της βδέλλας. Καλούνταν απ’ τους αρρώστους για να τις τοποθετήσει κιόλας. Έτσι είχε πάρει την φήμη ενός κομπογιαννίτη ειδικευμένου στις βδέλλες, που χρησιμοποιούνταν για την πίεση, τους πονοκεφάλους και άλλες αρρώστιες. Απ’ τις βδέλλες ο Ζήσης εισέπραττε σημαντικό ποσό ώστε και η οικογένεια του να ζει και σπίτια ν’ αφήσει στα παιδιά του».

Αυτός υπήρξε ο Ζήσης Μαμάλας που σαν τύπος των Τρικάλων άφησε εποχή και συνέδεσε τ’ όνομά του με τις βδέλλες.