Δεν είναι η πρώτη φορά κι ασφαλώς ούτε η τελευταία- που η επικαιρότητα ασχολείται με το Ληθαίο, δίνοντας και την αφορμή μεταφοράς της στην στήλη. Όμως η ειδησεογραφία, που δεσπόζει στα πρωτοσέλιδα των “Τρικαλινών Νέων” της 12ης Δεκεμβρίου 1964, επαναφέρει στη μνήμη των παλιότερων Τρικαλινών τις κατά καιρούς γνώμες και προτάσεις γύρω από την αξιοποίηση του ποταμού, που διασχίζει την πόλη μας. Και ειδικότερα ξαναθυμίζει την τολμηρή ιδέα να σκεπασθεί το κεντρικό τμήμα του και να γίνουν κάποιες εγκαταστάσεις, είτε αναψυχής και ψυχαγωγίας, είτε χρήσιμες για την λειτουργία της πόλης ή του Δήμου. Πρόκειται για την πρόταση του Διευθυντή των τεχνικών υπηρεσιών της Νομαρχίας Τρικάλων Νικ. Κίττα, το 1964, να ανεγερθεί πάνω από το Ληθαίο το Διοικητήριο. Ένα κτίριο που έλλειπε και λείπει ακόμα και σήμερα, με πρόχειρη λύση του προβλήματος στέγασης των δημοσίων υπηρεσιών στο δημοτικό κτίριο, που κατασκευάστηκε στο χώρο της παλιάς δημοτικής αγοράς, που κατεδαφίστηκε, στην οδό Λαρίσης. Καθώς, λοιπόν, αυτό το θέμα απασχολούσε από δεκαετίες, τέθηκε επί τάπητας και κατά τη διάρκεια σύσκεψης που συγκροτήθηκε στα Τρίκαλα την Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 1964, με την ευκαιρία της άφιξης στα Τρίκαλα του τότε υφυπουργού Οικισμού Αγγελούση. Και παρουσιάζει ενδιαφέρον να γίνει προσέγγιση του θέματος, με αφορμή αυτή τη σύσκεψη.
Το Διοικητήριο και ο Ληθαίος
Στο φύλλο της 12ης Δεκεμβρίου 1964 των “Τρικαλινών Νέων” μεταφέρονται οι λεπτομέρειες της σύσκεψης που έγινε στην Νομαρχία Τρικάλων την προηγούμενη ημέρα και περιστράφηκε σε πολλά θέματα, ιδιαίτερα δε του Διοικητηρίου. “Εις ουδεμίαν απόφασιν -γράφει η εφημερίδα- επί του θέματος του Διοικητηρίου, κατέληξαν οι αφιχθέντες χθες ενταύθα συμπολίτης υπουργός Κοινωνικής Προνοίας Νικ. Έξαρχος και υφυπουργός Οικισμού Αγγελούσης. Επισκέφθηκαν τους προσφερόμενους χώρους, αλλά άφησαν να εκτιμήσουν εις Αθήνας όλα τα στοιχεία και να λάβουν οριστικήν απόφασιν. Ευθύς μετά την άφιξιν των υπουργών ούτοι, συνοδευόμενοι και υπό των τεχνικών υπαλλήλων επεσκέφθησαν τας προσφερομένας δια το Διοικητήριον χώρους.
Η πρόταση για το Ληθαίο
Ο Διευθυντής των Τεχνικών Υπηρεσιών κ. Κίττας επανήλθε επί της προτάσεως του όπως το Διοικητήριον ανεγερθή επί του Ληθαίου, παρά την γέφυραν Μαρούγγαινας. Ο υφυπουργός X. Αγγελούσης, εύρε καλήν την ιδέαν και οι τεχνικοί του υπουργείου του υποσχέθηκαν να την μελετήσουν και ν’ αποφανθούν εντός διμήνου. Ακολούθως επεσκέφθησαν το οικόπεδο παρά το 17ο ΚΤΕΛ το οποίον εθεωρήθη καλόν από απόψεως θέσεως, αλλά μικρόν, την οποίαν επίσης εύρον κατάλληλον, υπό την προϋπόθεση ότι ο Δήμος δεν θα ενέμεινε εις την πρότασίν του όπως στο ισόγειο του Διοικητηρίου υπάρχουν καταστήματα που θα τα εκμεταλλεύεται ο Δήμος. Τέλος επεσκέφθησαν οικόπεδον παρά τους στρατώνες, το οποίον ασυζητητί απεκλείσθη λόγω της αποστάσεως του εκ του κέντρου της πόλεως, ως και τον χώρο της ζωαγοράς, ο οποίος προσφέρεται για την ανέγερση του Διοικητηρίου”.
Πολύ ενδιαφέρουσα η πρόταση για το Ληθαίο
Σε άλλη στήλη της εφημερίδας, σχολιάζεται ως εξής η πρόταση για την ανέγερση του Διοικητηρίου πάνω από το Ληθαίο: “Με ενδιαφέρον -γράφει- ο κ. Αγγελούσης άκουσε το μεγαλεπήβολο σχέδιο του κ. Κίττα, όπως το Διοικητήριον γίνει πάνω απ’ το Ληθαίο:
– Καλά δεν φοβάσθε μην θυμώσει και μια φορά το ποτάμι και ψάχνουμε και σας βρούμε; είπε χαρακτηριστικά.
Όμως άρχισε να παραδέχεται πως η ιδέα σηκώνει τεχνική μελέτη, όταν άκουσε πως ο περίφημος Αμερικανός αρχιτέκτων Ράιτ ανήγειρε το σπίτι του πάνω από το ποτάμι. Αλλά και ο συλλογισμός του κ. Κίττα “όταν πάμε στον Άρη δεν μπορούμε να φτιάξουμε Διοικητήριο στο ποτάμι” έκανε τον κ. υφυπουργό να σκεφθεί πως δεν πρέπει να φανεί… οπισθοδρομικός και έδωσε εντολή εκπονήσεως της μελέτης. Έτσι ίσως ο Ληθαίος μας… διοικεί ύστερα από λίγο καιρό” επιλέγει το σχετικό σχόλιο.
Δεν έγινε τίποτα
Όμως και τα σχέδια για Διοικητήριο πάνω απ’ το Ληθαίο και οι… αθώοι φόβοι για εκδίκηση, έμειναν στα χαρτιά. Η μελέτη Αγγελούση για το θέμα δεν έγινε ποτέ, όπως άλλωστε και το Διοικητήριο που Θα στεγάσει όλες τις δημόσιες υπηρεσίες του Νομού μας. Και ο Ληθαίος έμεινε ανοικτός, περισσότερο περιποιημένος πια, αν και κάπου κάπου η ρύπανσή του θυμίζει όχι πολύ παλιές μέρες, που ήταν οχετός αποβολής και των αποβλήτων των βόθρων της πόλης.
Αλλά η ιστορία για την απόκτηση Διοικητηρίου είναι πολύ μεγάλη και… περισσότερο θλιβερή. Καθώς κάθε κυβέρνηση που έρχονταν, ακόμα δε και αυτή η δικτατορία των συνταγματαρχών, υπόσχονταν να λύσουν το πρόβλημα, αλλά αυτό παραμένει ακόμα άλυτο. Παλιότερα μάλιστα ο Δήμος –κάτω και από την πίεση της “Επταετίας”- παραχώρησε δημοτική έκταση στην παλιά δημοτική ζωαγορά, απέναντι από το κτίριο της ΔΕΗ, αλλά αναγκάστηκε να ανακαλέσει την παραχώρηση, όταν πέρασε η τριετία που είχε ταχθεί για την κατασκευή του έργου.
Τελικά η λύση του προβλήματος, έστω και προσωρινά αλλά που διαρκεί επί δεκαετίες τώρα, δόθηκε με την στέγαση των περισσοτέρων δημοσίων υπηρεσιών στο δημοτικό κτίριο της Λαρίσης, που όμως όλο και περισσότερο δεν χωρά την υδροκέφαλη και στην πόλη μας , δημόσια διοίκηση.
Άλλη πρόταση εκτός απ’ το Ληθαίο και τη ζωαγορά, για το κτίριο του Διοικητηρίου, ήταν η παραχώρηση του οικοπέδου, δίπλα στο σταθμαρχείο του υπεραστικού ΚΤΕΛ, πρόταση όμως που δεν προωθήθηκε σε υλοποίηση. Άλλωστε το ίδιο οικόπεδο που διεκδικεί το δημόσιο, είχε προταθεί για την ανέγερση του κτιρίου της Αστυνομίας, που κι αυτή γνωρίζει, κατά καιρούς, περιπέτειες, μεταστέγασης και βρέθηκε από καιρού σε ενοικιασμένο κτίριο, παρά τα παλαιά “κεραμαριά”. Και σήμερα ακόμα, η σκέψη για το Διοικητήριο, πέφτει στο τραπέζι των συζητήσεων, χωρίς όμως και να υλοποιείται. Κι ασφαλώς δεν μπορεί κανένας νάναι αισιόδοξος πως μπορεί σύντομα να ανεγερθεί στα Τρίκαλα Διοικητήριο, όταν χρειάστηκαν πολύχρονοι αγώνες και προσπάθειες για να αρχίσει και να κατασκευάζεται το νέο Νοσοκομείο, που κρίνεται πολύ πιο απαραίτητο από το Διοικητήριο.
Εκείνο όμως που είναι αξιοσημείωτο, αφορά τον προβληματισμό για την αξιοποίηση του Ληθαίου, που άρχισε, όπως αποδεικνύεται, από πολύ παλιά, προ 35ετίας τουλάχιστον με την πρόταση του Νικολ. Κίττα, να σκεπασθεί ο Ληθαίος και να χρησιμοποιηθεί για την λύση είτε οικιστικών προβλημάτων, είτε για ικανοποίηση ψυχαγωγικών στόχων.
Για την αντιγραφή: Σ.Α. Μπακοβασίλης