Ένα σχόλιο, στα «Τρικαλινά Νέα» στο φύλλο της 4ης Δεκεμβρίου 1964, οδηγεί την ανάμνηση σε ένα σημαντικό κεφάλαιο της πρόσφατης κοινωνικής μας ζωής και συγκρότησης. Αυτό των οίκων ανοχής και στα Τρίκαλα. Όταν η ομαδοποίηση της πορνείας -που δεν έπαψε να υπάρχει ποτέ- είχε πάρει διαστάσεις προβλήματος, καθώς τα πορνεία βρίσκονταν εγκατεστημένα στο κεντρικότερο σημείο της πόλης, και η λειτουργία τους ήταν το σοβαρότερο αγκάθι στην επιδερμική αντίληψη του ανθρώπινου καθωσπρεπισμού. Γιατί στην ουσία δεν επρόκειτο για τίποτα περισσότερο ή λιγότερο, μ’ αυτό που αναφέρεται στην αρχαία ελληνική ιστορία σαν τα πορνεία στην αγορά της αρχαίας Κορίνθου, όπου έγραψαν τη δική τους ιστορία εταίρες της φήμης της Λαΐδας. Ή με την σημερινή μετατροπή πολλών μικρών ξενοδοχείων, σε κρυφά άντρα του αγοραίου έρωτα, που συγκυριακά απασχολεί από μέρες τώρα την ελληνική κοινή γνώμη με την υπόθεση του «ζωηρού» εισαγγελέα της Ρόδου Σακελλαρόπουλου και της Τζένης. Η μετεξέλιξη όμως αυτού του πανάρχαιου φαινομένου της πορνείας, που κατέγραψε ιστορικά και την πρώτη επαγγελματική προσοδοφόρο απασχόληση της γυναίκας, παρουσιάζει ενδιαφέρον και αξίζει να την προσεγγίσει κανένας -και σε τοπικό επίπεδο- μέσα στη χρονική διάρκεια μισού περίπου αιώνα. Με την κυριότερη επισήμανση πως, ενώ η αναστολή λειτουργίας των οίκων ανοχής υπήρξε μέτρο κοινωνικής ευαισθησίας προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, δεν παύει και σήμερα να αναγνωρίζεται η «κοινωνική προσφορά» αυτού του θεσμού, που συνέβαλε στην ελαχιστοποίηση άλλοτε της σεξουαλικής εγκληματικότητας, όπως αυτή εκφράζεται σήμερα με βιασμούς, επιθέσεις κατά γυναικών και κακοποιήσεις.
Η αποκέντρωση των πορνείων και οι έντονες αντιδράσεις
Αλλά αρχίζοντας μια δημοσιογραφική και συνοπτική προσέγγιση του τεράστιου αυτού θέματος, με την μεταφορά ενός σχολίου το 1964, στα «Τρικαλινά Νέα» με τον τίτλο «Όχι ημίμετρα». «Προ ημερών -γράφει η εφημερίδα- από των στηλών μας, είχαμε μεταφέρει την αγανάκτηση των κατοίκων της συνοικίας Μπάρα, δια την μόνιμον εγκατάστασιν εις αυτήν -εν μέσω χρηστών οικογενειών- γυναικών ελευθερίων ηθών. Και αι αρχαί έλαβαν μέτρα, όχι όμως, τα ενδεικνυόμενα και τα αιτούμενα. Εις μίαν περίπτωσιν επί παραδείγματι, η γυναίκα ελευθερίων ηθών υπεχρεώθη να μετατοπισθή από το δωμάτιον με πρόσοψιν προς τον δρόμον εις έτερον, εις το βάθος. Αλλά αυτό δεν μεταβάλλει την κατάστασιν. Είναι ανάγκη αι γυναίκες αυταί να υποχρεωθούν και μεταφερθούν εις οικήματα απομεμακρυσμένα και όχι να παραμένουν εις μίαν πολυάριθμον και πυκνοκατοικημένην συνοικίαν».
Πράγματι στις αρχές του 1960 είχε σχεδόν ολοκληρωθεί το μέτρον κατάργησης και κλεισίματος των οίκων ανοχής και στην πόλη μας. Που λειτούργησαν από τα προπολεμικά χρόνια και επί μια εικοσαετία μετά σε ένα συγκεκριμένο τμήμα, στο κέντρο των Τρικάλων, που περικλείονταν απ’ τους δρόμους Καραϊσκάκη, Χατζηπέτρου, Υψηλάντου και Ερυθρού Σταυρού (κυρίως) και σε κάποιους μεμονωμένους δρόμους, όπως η Γλάδστωνος, Ερμού, Ματαραγκιώτου και αλλού.
Μια κακόφημη περιοχή
Έτσι είχε διαμορφωθεί μια «κακόφημη» περιοχή στην καρδιά των Τρικάλων, πίσω από το κτίριο του ΟΤΕ. Όπου συνέρρεαν καθημερινά ιδιαίτερα τα βράδια, οι αρσενικοί Τρικαλινοί, ενώ ήταν απρόσιτη απ’ τις Τρικαλινές. Που δεν έχαναν την ευκαιρία να στηλιτεύουν την ύπαρξη αυτού του «αίσχους» στο κέντρο της πόλης. Όπου όμως επί δεκαετίες κυριαρχούσαν τα ονόματα των νομιμοποιημένων μαστροπών γυναικών, μεταξύ των οποίων η Νίνα, στο πορνείο της γωνίας των οδών Καραϊσκάκη, της Λόλας, στο πορνείο της Υψηλάντου, της Μανταλένας και άλλων. Και όπου δεν σύχναζαν μόνο οι νέοι για να εκτονώσουν την σεξουαλική τους ικανότητα, σε μια εποχή που οι ελεύθεροι δεσμοί, ανάμεσα στα δύο φύλα, σπάνιζαν, αλλά και «ευυπόληπτοι» πολίτες, που εξασφάλιζαν μέσα στο σκοτάδι της νύχτας και στη σιωπή των ιερόδουλων, τις εξωγαμιαίες αναζητήσεις τους.
Όμως η νέα αντίληψη περί ισότητας των δύο φύλων και διάλυσης των πάσης φύσεως γκέτο, που άρχισε να σκάει μύτη στις αρχές του 1960, οδήγησε και στην απόφαση της πολιτείας, για την κατάργηση των οίκων ανοχής, πανελλήνια -και στην πόλη μας. Και την «κατανομή» των ιερόδουλων σε σπίτια των ακραίων συνοικούν, ώστε να μη σκανδαλίζεται πια η καθώς πρέπει κοινωνία των αστών, στο κέντρο των Τρικάλων.
Με αποτέλεσμα μερικές γειτονιές, όπως η Μπάρα, οι Στρατώνες και άλλες, που από την παρουσία των κοινών γυναικών αποκαλούνταν «μαγαρισμένες». Μέχρι που κάτω από τις διαμαρτυρίες των κατοίκων και αυτών των συνοικιών, που άρχισαν να πυκνοκατοικούνται, έκλεισαν και αυτοί οι οίκοι ανοχής με εγκατεστημένη μία και μόνη ιερόδουλη.
Μεταμορφώσεις
Εντούτοις και το μέτρο αυτό, δεν ήταν δυνατόν να εξαλείψει την πορνεία, που είναι μια πραγματικότητα αιώνων. Έτσι και οι ιερόδουλες που μέχρι τότε εργάζονταν σε οργανωμένο πορνείο ή σε μοναχικό σπίτι, κάτω από την επιτήρηση της μαντάμας και τον προστατευτικό ρόλο του «νταβατζή», μετέφεραν την δραστηριότητά τους σε ξενοδοχεία ή ακόμα και σε διαμερίσματα πολυκατοικιών, όπου η διακριτικότητα των ανθρώπων είναι περισσότερο απρόσιτη. Πάντως η πορνεία δεν διακόπηκε, ούτε και σήμερα ακόμα που ο φόβος του AIDS αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα.
Εξ’ άλλου και η περιοχή των Τρικάλων, που «απαλλάχτηκε» απ’ τα πορνεία, προσπαθεί να αναπλαστεί και να αποτινάξει τον παλιό κακό της εαυτό. Έτσι μετά την πεζοδρόμηση της, προ ετών με στόχο να γίνει οργανωμένη αγορά -που απέτυχε- τελευταία αρχίζει να οικοδομείται και να εξωραΐζεται. Μα προ παντός να συγκεντρώνει πολλά πια νυκτερινά φαγάδικα και ουζοπωλεία. Ώστε και πάλι τα βράδια -και για άλλους όμως λόγους- να συγκεντρώνει πολλούς Τρικαλινούς, που μπορεί να μη γεύονται τον αγοραίο έρωτα, αλλά τα δημιουργήματα της Τρικαλινής κουζίνας και ψησταριάς. Έτσι στο δρόμο που άλλοτε κυριαρχούσε ο «Μαύρος Γάτος» του Μπίλλη (υπόγειο γωνίας Καραϊσκάκη – Χατζηπέτρου) και το ουζάδικο του Μαλαβάκη (γωνία Καραϊσκάκη και Ερυθρού Σταυρού), αναπήδησαν σήμερα ωραία μαγαζιά για φαΐ και ποτό. Και τα κακόφημα «στενά» των οίκων ανοχής ή πορνείων ή και μπουρδέλων, να παίρνουν μία άλλη αίγλη.
Για την αντιγραφή: Σ.Α. Μπακοβασίλης