Δήμος Τρικκαίων

Τα πρώτα αυτοκίνητα στα Τρίκαλα

25 Απριλίου 2018

Πότε εμφανίστηκε για πρώτη φορά το αυτοκίνητο στα Τρίκαλα δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένο. Σύμφωνα με μαρτυρίες παλιών Τρικαλινών, η εμφάνισή του τοποθετείται μεταξύ 1915 και 1916, μετά δε από το 1918, άρχισαν να κυκλοφορούν στην πόλη μας τα πρώτα μικρά αυτοκίνητα τύπου «Φορντ», τα οποία κινούνταν με δύο ταχύτητες, που τις είχαν κάτω στο πεντάλ και το γκάζι τους ήτανε στο τιμόνι και τα οποία ήταν στις δόξες τους ως το 1928 περίπου, οπότε εμφανίστηκαν στην τρικαλινή πιάτσα τα επαναστατικά για την εποχή εκείνη επιβατικά αυτοκίνητα όπως «Λίνκολν», «Φορντ», «Όβερλαντ», αργότερα τα «Ντοτζ», τα «Πεζό» και τα «Γουΐλις».

Τα πρώτα μεταφορικά μέσα

Πριν εμφανιστεί το αυτοκίνητο, αλλά και για πολλά χρόνια μετά, το μοναδικό μέσο συγκοινωνίας ήταν ο Θεσσαλικός Σιδηρόδρομος, που άρχισε να λειτουργεί από το 1887. Μ’ αυτόν γίνονταν η διακίνηση επιβατών και εμπορευμάτων για την Καλαμπάκα, την Καρδίτσα και τα ενδιάμεσα χωριά, καθώς και για τον Βόλο, που με το λιμάνι του είχε γίνει σημαντικό εμπορικό κέντρο της χώρας. Το ταξίδι για την Αθήνα, ώσπου να γίνει η διακλάδωση στο Δεμερλί, διαρκούσε τρεις μέρες και ήταν κουραστικό και περιπετειώδες. Ξεκινούσες με το τραίνο για τον Βόλο, διανυκτέρευες εκεί, το άλλο πρωί έπαιρνες το πλοίο της γραμμής για τον Πειραιά κι από εκεί με το τραίνο στην Αθήνα.

Η συγκοινωνία με τις άλλες περιοχές ήταν πρωτόγονη. Δεν υπήρχε ούτε ένας αμαξιτός δρόμος. Τα ορεινά χωριά εξυπηρετούνταν μόνο με άλογα και μουλάρια, που και αυτά με δυσκολία κατάφερναν να περνούν μέσα από ακροποταμιές, απόκρημνες χαράδρες και επικίνδυνα μονοπάτια. Η συγκοινωνία με τα χωριά του κάμπου γίνονταν με τις βοϊδάμαξες (αραμπάδες), τα διάφορα κάρα και τα υπομονετικά γαϊδουράκια. Τον χειμώνα όμως η συγκοινωνία σταματούσε από τις μεγάλες πλημμύρες, που προκαλούσε το ξεχείλισμα των ποταμών, τα πολλά χιόνια, και τους βάλτους που αφθονούσαν στον τρικαλινό κάμπο και γίνονταν σωστές παγίδες για τα τότε μεταφορικά μέσα.

Μέσα στην πόλη, λίγο μετά το 1890, άρχισαν να κυκλοφορούν οι πρώτες σούστες και αργότερα, μετά το 1900, τα πρώτα αμάξια, που εκτελούσαν και υπεραστική συγκοινωνία. Υπήρχαν και οι μεταφορείς, οι γνωστοί χαμάληδες, αλλά και γυναίκες που έκαναν αυτή τη δουλειά, ως το 1900, που κάθονταν με μια λινάτσα ριγμένη στην πλάτη, στα πεζοδρόμια της τότε πλατείας του Παζάρ τζαμί (κεντρική πλατεία) και περίμεναν τους πελάτες, για να μεταφέρουν τις αποσκευές τους ή άλλα εμπορεύματα.

ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΑ: Σ.Α. ΜΠΑΚΟΒΑΣΙΛΗΣ

Οι αγωγιάτες και τα καραβάνια

Για τις ανάγκες των ορεινών υπήρχαν τα πασίγνωστα τότε καραβάνια με τους φουστανελοφόρους μουστακαλήδες κυρατζήδες, τους περίφημους αγωγιάτες της Πίνδου. Τα καραβάνια αυτά έκαναν για πάρα πολλά χρόνια τακτικά τις συγκοινωνίες με τα ορεινά χωριά. Μεταφέρανε εμπορεύματα, κυρίως δημητριακά, τρόφιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης για τους μόνιμους κατοίκους των βλαχοχωριών της Πίνδου. Τα ίδια αυτά καραβάνια μεταφέρανε και ανθρώπους, ιδίως τα καλοκαίρια, που πήγαιναν στα κοντινά και μακρινά χωριά της περιοχής για παραθερισμό. Αυτά τα καραβάνια, ξεκινούσαν για τα διάφορα χωριά – θέρετρα του Ασπροποτάμου, περί τα μέσα Ιουνίου ή αρχές Ιουλίου, μεταφέροντας εκείνους και τις οικογένειες τους. Τότε έβλεπε κανένας μακριές φάλαγγες καραβανιών να ανηφορίζουν προς τον Ασπροπόταμο της Πίνδου από την πλευρά της Πόρτας με κατεύθυνση την Τύρνα, το Περτούλι και το Βετερνίκο (Νεραϊδοχώρι) ή από την πλευρά της Καλαμπάκας με κατεύθυνση το Μαλακάσι, Μέτσοβο, Σαμαρίνα, Καστανιά, Κρανιά, Τζούρτζια, Γαρδίκι κ.ά. Τα καραβάνια αυτά πλαισιώνονταν και από οπλοφόρους ή χωροφύλακες, για τον κίνδυνο των ληστών, που καραδοκούσαν σε διαβάσεις για να επιτεθούν σ’ αυτά, να αρπάξουν ότι πολύτιμο βρουν, ακόμα και να απαγάγουν πλούσιους επιβάτες. Ληστείες καραβανιών γίνονταν πάρα πολλές την παλιά εποχή, όπως εκείνη που έκανε ο λήσταρχος Τζατζάς με την συμμορία του σε καραβάνι παραθεριστών όπου απαγάγανε τον βουλευτή Σωτήρη Χατζηγάκη, στα όρια Τύρνας – Περτουλίου, που έμεινε ιστορική και το σημείο όπου έγινε, ονομάζεται ακόμα και σήμερα «θέση Τζατζά».

Χάνια, τα… μοτέλ της παλιάς εποχής

Επειδή το ταξίδι με τα καραβάνια διαρκούσε πολλές ώρες, πότε μια μέρα και πότε παραπάνω και ήτανε κουραστικό, είχανε δημιουργηθεί χάνια σε ειδυλλιακές τοποθεσίες με σκιερά δέντρα, άφθονο πράσινο και κρύο νερό. Στα χάνια αυτά στάθμευαν τα καραβάνια, ξεπέζευαν οι άνθρωποι και ξεφόρτωναν τα φορτία από τα ζώα για να ξεκουραστούν όλοι, να φάνε και ακόμα να κοιμηθούν αν τύχαινε να νυχτώσει.

Τέτοια χάνια, τα μοτέλ θα λέγαμε της παλιάς εποχής, υπήρχαν στην περιοχή μας πάρα πολλά. Ξακουστά ήτανε στον δρόμο για την Λάρισα τα χάνια του Κουτσόχερου κοντά στον Πηνειό, και του Ζάρκου, στον δρόμο για την Καλαμπάκα το χάνι της Σαρακίνας στα ριζά του Κόζιακα, που εξυπηρετούσε την χειμωνιάτικη διαδρομή προς την Ήπειρο, στον δρόμο για το Μέτσοβο και τα Γιάννενα τα χάνια της Κρύας Βρύσης, Κερασιάς, Κρανιάς, Τζούρτζιας, Μαλακασίου, το περιβόητο χάνι του Σαίτ Πασά που βρίσκονταν σε υψόμετρο 1400 μ. και πιο ψηλά στα 1700 μ, το χάνι του Ζυγού. Το χάνι του Σαίτ Πασά ήτανε πολύ ονομαστό για το ειδυλλιακό τοπίο και το παγωμένο του νερό.

Επίσης τα χάνια στον Άγιο Κωνσταντίνο, όπου η συμβολή του Τυρνιώτικου και Παλαιοκαρίτικου ποταμού, και τα χάνια στο Πετροχώρι και στην Κάτω και Πάνω Παλαιοκαριά.

Νεώτερα κάπως χάνια στην διαδρομή για τα χωριά του Ασπροποτάμου, ήταν τα χάνια στα Βανακούλια, στο οποίο περνούσαν τη νύχτα τους οι οικογένειες, που πήγαιναν για Κρανιά και Τζούρτζια στον Κλεινοβό και αλλού, τα χάνια της Φάρμας, το χάνι της Κρύας Βρύσης στον δρόμο προς Καστανιά, καθώς και άλλα σε διάφορες τοποθεσίες. Χάνια ή όπως λέγονταν επίσημα πανδοχεία, υπήρχαν και μέσα στα Τρίκαλα, όπως των Τσιάμη, Κόκκοβα, Παπαευθυμίου, Καλογήρου, Μυλωνά, Καλαμπαλίκη, Μπατάλα, Θανόπουλου, Τσιάκα, Παπαζαχαρία, Τσούβα, Κεφάλα, Οικονόμου, Πίσσα, Αγγελάκη και πολλών άλλων.

Οι πρώτες αντιδράσεις

Όταν μετά την μικρασιατική καταστροφή, το 1922, άρχισαν να κυκλοφορούν όλο και περισσότερα αυτοκίνητα, οι μέχρι τότε μεταφορείς διαισθάνθηκαν, πως θα έχαναν το ψωμί τους. Και έτσι, μια μικτή επιτροπή από καραγωγείς και αμαξηλάτες έκαναν έντονα διαβήματα στις τότε αρχές της πόλεως ζητώντας, να απαγορευθεί ή κυκλοφορία του μεγάλου τους εχθρού, του αυτοκινήτου. Παράλληλα άρχισαν συστηματικά να το δυσφημούν. Λέγανε πως το αυτοκίνητο χαλούσε εύκολα και ήταν πολύ επικίνδυνο για τους ανθρώπους, που κινδύνευαν να καούν, γιατί η μηχανή του έπαιρνε συχνά φωτιά ή ακόμα και να ανατιναχθούν στον αέρα! Αυτά και άλλα πολλά φοβερά καταμαρτυρούσαν στο αυτοκίνητο, που, παρά τις αντιδράσεις και τον πόλεμο που του κήρυξαν όσοι θίγονταν από αυτό, ακόμα και η τότε Γαλλική Εταιρεία, που εκμεταλλεύονταν τον Θεσσαλικό Σιδηρόδρομο, αυτό εξακολουθούσε να μπαίνει στην ζωή των ανθρώπων όλο και περισσότερο. Αλλά και οι κυρατζήδες και αγωγιάτες αντέδρασαν, και μάλιστα με άλλο τρόπο. Κρυφά ή και φανερά ρίχνανε καρφιά, συνήθως πρόκες, στους δρόμους και αχρήστευαν τα λάστιχα, ενώ αυτοί περνούσαν με τα ζώα τους μπροστά από τα ακινητοποιημένα αυτοκίνητα και τα γιουχάιζαν με σφυρίγματα…

Λίγο αργότερα προστέθηκαν και άλλοι αυτοκινητιστές οι οποίοι άρχισαν να κάνουν τις πρώτες υπεραστικές συγκοινωνίες. Παράλληλα εμφανίστηκαν και τα πρώτα ιδιωτικά κουρσάκια, που τα είχαν κυρίως γιατροί και μερικοί ευκατάστατοι Τρικαλινοί. Ο πρώτος ερασιτέχνης οδηγός στα Τρίκαλα, σύμφωνα με μαρτυρίες, ήταν ο έμπορος Ιωάν. Νακόπουλος.

Ένας κόσμος έφυγε, ένας άλλος ήρθε…

Έτσι μετά το 1950 περίπου άρχισε η εποχή του αυτοκινήτου. Χρόνο με τον χρόνο τα αυτοκίνητα πλήθαιναν και οι συγκοινωνίες πύκνωσαν σε όλο το νομό. Έγιναν νέοι και ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι και όλα τα χωριά, κυρίως τα ορεινά, απέκτησαν τον δικό τους δρόμο. Έτσι το αυτοκίνητο άρχισε να φθάνει παντού, ακόμα και σε μέρη, που κάποτε θεωρούνταν κάτι τέτοιο ακατόρθωτο.

Παράλληλα έλειψαν τα χάνια και τα πανδοχεία με τους στάβλους, τα καροσιδηρουργεία ή καροποιεία, τα πεταλουργεία και τα σαγματοποιεία. Αντικαταστάθηκαν από τα μοτέλ με τα παρκινγκ, τα γκαράζ, τα συνεργεία αυτοκινήτων, τα βουλκανιζατέρ και τα βενζινάδικα. Ένας κόσμος έφυγε, ένας άλλος ήρθε…