Δήμος Τρικκαίων

Τα Τρίκαλα στον πόλεμο του 1897

5 Μαρτίου 2020

Εκατόν είκοσι τρία χρόνια πέρασαν από τον ατυχή πόλεμο του 1897 που στοίχησε σε αίμα και σε χρήμα στην πατρίδα μας η οποία πάλευε να ορθοποδήσει.

Η Θεσσαλία μετά από 16 χρόνια ελευθερίας υποδουλώθηκε και πάλι στους Τούρκους. Αφορμή για τον πόλεμο έδωσε η Κρητική επανάσταση η οποία δημιουργήθηκε από τις συνεχείς παραβάσεις των συμφωνιών της Χαλέπας από τους Τούρκους που κυβερνιόταν η Κρήτη από το 1878.

Ο Κρητικός λαός ο οποίος καταπιέζονταν επαναστάτησε τον Ιανουάριο του 1897 και κήρυξε την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Πρωθυπουργός την εποχή εκείνη ήταν ο Θ. Δεληγιάννης ο οποίος παρασύρθηκε από το φιλοπόλεμο πνεύμα που επικράτησε σε μερίδα του λαού ενώ επέτρεψε στον πρίγκιπα Γεώργιο να ηγηθεί στολίσκου τορπιλικών με σκοπό να εμποδίσει την αποβίβαση Τουρκικού στρατού στην Κρήτη.

Τον Φεβρουάριο του 1897 απέστειλε τμήμα Ελληνικού στρατού υπό τον Τ. Βάσσο στα Χανιά με την εντολή να καταλάβει την Κρήτη στο όνομα του βασιλιά της Ελλάδας. Κατόπιν αυτών των ενεργειών της Κυβέρνησης που επικροτούσε και η αντιπολίτευση υπό τον Δημ. Ράλλη (ο οποίος ενώπιον της Βουλής είπε: «ευλογημένη η ώρα που μας κήρυξε τον πόλεμο η Τουρκία», ο Σουλτάνος κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ελλάδος την 8η Απριλίου 1897.

ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΑ: ΣΩΤΗΡΗΣ Α. ΜΠΑΚΟΒΑΣΙΛΗΣ

Η Ελλάδα βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση, καθώς ήταν εντελώς απροετοίμαστη, όπλα δεν υπήρχαν αλλά ούτε και άλλα εφόδια, όπως είπε ο πρίγκιπας Νικόλαος «στερούμεθα απελπιστικώς των πάντων». Η Κυβέρνηση είχε συγκροτήσει από πριν αντάρτικα σώματα από Έλληνες αξιωματικούς και πολίτες οπλαρχηγούς τα οποία εισέβαλαν στο Τουρκικό έδαφος, κυρίως στην περιφέρεια Καλαμπάκας και Άρτας. Τα σώματα αυτά είχαν στην αρχή μερικές επιτυχίες, κατέλαβαν μερικούς συνοριακούς σταθμούς. Οι επιτυχίες αυτές εξήψαν το πολεμικό μένος των Αθηναίων. Σύντομα όμως ακλούθησε προέλαση 50.000 Τούρκων στρατιωτών υπό την αρχηγία του Ετέμ Πασά.

Ο Τουρκικός στρατός πέρασε τα σύνορα και σε λίγες ημέρες έγινε κύριος ολόκληρης της Θεσσαλίας, ο δε Τούρκος αρχιστράτηγος κόμπαζε λέγοντας ότι: «θα πιει τον καφέ του στην Αθήνα». Η κυβέρνηση κατάλαβε πλέον την τρέλα που διέπραξε, και οι Αθηναίοι πανικοβλήθηκαν. Ευτυχώς για την Ελλάδα, επενέβηκαν οι Μ. Δυνάμεις και υπογράφτηκε ανακωχή, ο δε στην Κρήτη στρατός υπό τον Τιμ. Βάσσο εγκατέλειψε το νησί και έτσι έληξε ο πόλεμος ο οποίος διήρκεσε 30 ημέρες, από 8 Μαΐου έως 8 Ιουνίου 1897.

Τον Νοέμβριο του ιδίου έτους υπογράφηκε στην Κων)λη η συνθήκη ειρήνης με την οποία ο Σουλτάνος υποχρεώθηκε να εκκενώσει τα καταληφθέντα εδάφη, η δε Ελλάδα να πληρώσει 4.000.000 χρυσές λίρες Τουρκίας σαν πολεμική αποζημίωση. Η Ελλάδα μη έχοντας να καταβάλει το υπέρογκο αυτό ποσό δέχθηκε την προσφορά των Μ. Δυνάμεων να τα καταβάλουν αυτά στην Τουρκία  άλλα συγχρόνως υποχρέωσαν την Ελλάδα να δεχθεί «Διεθνή οικονομικό έλεγχο». Αυτά ήταν τα αποτελέσματα του πολέμου το 1897. Αλλά ας δούμε τι συνέβη κατά τον πόλεμο αυτόν εις τα Τρίκαλα.

Η κυβέρνηση είχε συγκεντρώσει, προ της κηρύξεως του πολέμου αντάρτικα σώματα και στρατό συνολικής δύναμης 3.000 ανδρών στα Τρίκαλα. Στο τέλος Μαρτίου κατέφθασαν και σώματα εθελοντών από Λακωνία και Μεσσηνία.

Στις 4 Απριλίου τα αντάρτικα σώματα εισέβαλαν στο Τουρκικό έδαφος στην Τούργια Κρανιά (Καλαμπάκας) όμως δέχτηκαν επίθεση 5 ταγμάτων Τουρκικού στρατού και υποχώρησαν. Στις 5 Απριλίου νέα σώματα ανταρτών αφού πήραν την ευλογία της εκκλησίας αναχώρησαν από τα Τρίκαλα για την Καλαμπάκα. Επίσης στις 8 Απριλίου τακτικός στρατός από 700 άνδρες ξεκίνησε για τα σύνορα μετά από αγιασμό, οι οποίοι μπήκαν στο Τουρκικό έδαφος και κατέστρεψαν Τουρκικούς σταθμούς και επανήλθαν στη βάση τους.

Ο Νομάρχης Τρικάλων στις 11 Απριλίου τηλεγράφησε προς τον πρωθυπουργό «ότι αντάρτες και στρατός είναι αναπτυγμένοι σε όλη τη γραμμή Καλαμπάκας και ότι πολλοί από τους κατοίκους εγκαταλείπουν την πόλη πηγαίνοντας προς τα γύρω ορεινά χωριά». Η μεγάλη μερίδα του λαού όμως διατήρησε κάπως την ψυχραιμία του, σύμφωνα με τους ανταποκριτές των Αθηναϊκών εφημερίδων.

Η εφημερίδα «Εστία» έγραφε ότι «οι κάτοικοι των Τρικάλων φάνηκαν υπέρτεροι πολλών άλλων κατοίκων των Θεσσαλικών πόλεων». Είναι Μεγάλη Εβδομάδα και ο κόσμος γεμίζει τις εκκλησίες όλες τις μέρες αυτές της Χριστιανοσύνης, προσευχόμενος υπέρ της νίκης των Ελληνικών όπλων. Ο κύριος αγώνας του πολέμου μετά την τροπή που πήρε φάνηκε ότι θα διεξάγονταν στην πεδιάδα των Φαρσάλων η οποία προσφέρονταν για άμυνα και είχε ορισθεί ως δεύτερη σειρά άμυνας.

Έτσι τα πυρομαχικά και άλλα πολεμικά υλικά που βρίσκονταν στα Τρίκαλα προωθήθηκαν στα Φάρσαλα εσπευσμένα σιδηροδρομικώς. Στις 13 Απριλίου, ήμερα του Πάσχα, η πόλη είναι ανάστατη, πυρομαχικά προωθούνται συνεχώς προς Φάρσαλα, συρμοί μεταφέρουν κατοίκους της πόλης στο Βόλο, άλλοι από τους κατοίκους συνεχίζουν την έξοδο προς τα ορεινά χωριά, και με κάρα και ζώα, μεταφέρουν ότι πολύτιμο έχουν καθώς και ρουχισμό και τρόφιμα.

Τη Δευτέρα του Πάσχα, 700 περίπου Τρικαλινοί και Καλαμπακιώτες οπλίζονται και κατατάσσονται υπό τη σημαία του Φρούραρχου της πόλεως Νικολαΐδη έχοντας ως αρχηγό τον ιερέα Παπακαρέσκο. «Η κατάσταση της πόλης μετά την αποχώρηση των γυναικόπαιδων και λοιπών κατοίκων είναι ήρεμη, όλα τα αντάρτικα σώματα συγκεντρώθηκαν στα Τρίκαλα και τέθηκαν υπό τις διαταγές του φρουράρχου Νικολαΐδη γράφει η «Εστία». Οι αντάρτες συνεχίζει η «Εστία» είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν και να πέσουν μέχρις ενός.

Οι ειδήσεις από την Καλαμπάκα φέρουν τους Τούρκους να έχουν καταλάβει την προηγουμένη μέρα το Μαλακάσι και την Κουτσούφλιανη και ότι προχωρούν προς την Καλαμπάκα. Στις 16 του μηνός 5.000 Τούρκοι ερχόμενοι από το Γριζάνο εμφανίστηκαν προ της πόλεως. Οι 700 Τρικαλινοί από κοινού με τους αντάρτες και σώμα τακτικού στρατού υπό τον Τερτίπη, αντιστάθηκαν γενναία κατά των εισβολέων όμως λόγω του πλήθους των Τούρκων υποχώρησαν προς την Πόρτα (Πύλη). Στην πόλη μπήκαν δύο Πασάδες, ο Χατζή Αλή πασάς και ο Χαϊρή πασάς.

Φαίνεται λοιπόν ότι η πόλη καταλήφθηκε και από Τουρκικό στρατό ο οποίος είχε έλθει από τη Λάρισα, και έτσι εξηγείται η συνάντηση δύο πασάδων στην πόλη. Ο στρατός στρατοπέδευσε στους γύρω της πόλεως λόφους. Ο Τούρκος διοικητής της πόλεως κάλεσε όσους είχαν καταφύγει στα γύρω ορεινά χωριά να επιστρέψουν στην πόλη. Μάλιστα ο πασάς Χατζή Αλή μίλησε προς τους λίγους κατοίκους της πόλης από τον εξώστη της οικίας Χατζηγάκη όπου είχε καταλύσει και με γλυκό τρόπο είπε ότι: «οι κάτοικοι ασχέτως θρησκεύματος πρέπει να είναι αγαπημένοι ασχέτως αν πολεμούν οι στρατοί» και αποχαιρετώντας τους κατοίκους έφυγε για τα Φάρσαλα αφού πρώτα άφησε ελεύθερους μερικούς χωρικούς που είχαν συλληφθεί.

Οι ανταποκρίσεις των εφημερίδων της εποχής είναι αλληλοσυγκρουόμενες, μπορεί όμως να διαπιστώσει κανείς ότι οι Τούρκοι δεν παρέμειναν στα Τρίκαλα αλλά μέσω Καρδίτσης προωθηθήκαν προς τα Φάρσαλα όπου είχε συγκεντρωθεί ο Ελληνικός στρατός υπό την αρχηγία του διαδόχου Κων)νου.

Το «Άστυ» της 19ης Απριλίου γράφει ότι ο στρατός υπό τον Τερτίπη βαδίζει προς την Ήπειρο. Το «Άστυ» της 21ης Απριλίου γράφει ότι η Καρδίτσα κατελήφθη υπό του Τερτίπη.

Ανταποκρίσεις των εφημερίδων «Παλιγγενεσία» και «Νέα Εφημερίς» στις 22 Απριλίου αναφέρουν ότι οι Τούρκοι έφυγαν από τα Τρίκαλα και συμπτύχτηκαν προς τη Λάρισα, ο δε Ελληνικός στρατός υπό τον Τερτίπη ανακατέλαβε τα Τρίκαλα και ότι σε ενίσχυση του εστάλη δύναμη ιππικού. Η εφημερίδα «Άστυ» της ιδίας ημερομηνίας αναφέρει ότι ο Τουρκικός στρατός εγκατέλειψε τα Τρίκαλα φοβούμενος επίθεση του Τερτίπη καθώς ανταποκριτής της τηλεγραφεί εκ Φαρσάλων. Το αυτό αναφέρει και η «Εστία» της ιδίας ημερομηνίας. Το «Άστυ» στις 1 Μαΐου γράφει ότι τα Τρίκαλα και η Καρδίτσα κατελήφθησαν εκ νέου υπό των Τούρκων.

Οι κάτοικοι από την Κυριακή του Θωμά 20 Απριλίου άρχισαν να επιστρέφουν στην πόλη μετά την πρόσκληση του Τούρκου διοικητή. Οι συγκοινωνίες βρίσκονται σε άθλια κατάσταση αφού είχαν επιταχθεί όλα τα μεταφορικά μέσα και από τους δύο στρατούς. Έκτροπα και ζημιές δεν φαίνεται να έγιναν στην πόλη. Όλα τα παραπάνω προέρχονται από γραφόμενα στις Αθηναϊκές εφημερίδας της εποχής.

Δυστυχώς περισσότερα στοιχεία δεν υπάρχουν γιατί όπως φαίνεται η κατάσταση ήταν τόσο έκρυθμος ώστε ούτε οι πολεμικοί ανταποκριτές παρακολούθησαν τα γεγονότα από κοντά στο Νομό Τρικάλων, αλλά, ούτε και μετέπειτα γράφτηκε κάτι για τη Δ. Θεσσαλία.

Όλες σχεδόν οι πολεμικές ανταποκρίσεις και όσα γράφτηκαν για τον πόλεμο αυτό περιορίζονται γύρω από τις πόλεις Λάρισα, Βόλο, Βελεστίνο και κυρίως στη μάχη των Φαρσάλων κατά την οποία είχε μερικές επιτυχίες ο στρατός μας υπό τον συν)χη Σμολένσκη, χωρίς όμως αυτές να επιδράσουν για την τύχη του παράλογου αυτού πολέμου.