Βαρούσι: Πρόκειται για τη γνωστή συνοικία κάτω από το Φρούριο Τρικάλων, η οποία είναι η πιο παλιά Χριστιανική συνοικία της πόλης, παρέμεινε δε σαν τέτοια όχι μόνο στη Βυζαντινή περίοδο, αλλά και σ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, όπως αυτό καθαρά φαίνεται από τους τόσους Χριστιανικούς Ναούς, που ο καθένας τους βρίσκεται πολύ κοντά στον άλλο. Ακόμη και οι δρόμοι της συνοικίας δεν άλλαξαν, αλλά έμειναν όπως ήταν αρχικά, στενοί, λιθόστρωτοι (καλντερίμι) και οφιοειδείς, γιατί οι Τούρκοι δεν νοιάζονταν για ρυμοτομίες.
Εκεί υπήρχε η Ακρόπολη της αρχαίας Τρίκκης και αντικαταστάθηκε το Μεσαίωνα, σε Βυζαντινό φρούριο, στο όποιο αργότερα οι Τούρκοι έκαμαν ορισμένες μετατροπές στις επάλξεις και τους πύργους του, για τοποθέτηση πυροβόλων.
Η ονομασία «Βαρούσι» προέρχεται μάλλον από την τουρκική λέξη varos (προάστιο) και σημαίνει «συνοικία εκτός οχυρού» και χρησιμοποιήθηκε σε ολόκληρη τη βαλκανική επικράτεια για οικισμούς που χτίστηκαν έξω και γύρω από κάποιο κάστρο. Αναφέρεται δε από πολλούς συγγραφείς των χρόνων της Επανάστασης και μετά για παρόμοιες συνοικίες και άλλων πόλεων της Ελλάδος.
ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΑ: ΣΩΤΗΡΗΣ ΜΠΑΚΟΒΑΣΙΛΗΣ
Στου Αλευρά τη μάντρα ή Χιλιόμετρο: «Στου Αλευρά τη μάντρα», η οποία είναι τοποθεσία ανάμεσα στις οδούς Λαρίσης και Σιδηράς Μεραρχίας στα Τρίκαλα. Η μάντρα, ήταν ονομασία από τον ιδιοκτήτη της ταβέρνας που ήταν πολύ κοντά στο πατρικό σπίτι του Τσιτσάνη από όπου άκουγε τα τραγούδια που τραγουδιόνταν στην ταβέρνα, και είχε πελάτες μανάβηδες, χασάπηδες καθώς και κάθε στοιχείο του περιθωρίου. Χιλιόμετρο ονομάζονταν επειδή απείχε ένα χιλιόμετρο από την Πόλη. Παραθέτουμε και το γνωστό τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη, το οποίο αναφέρεται σε πραγματικό γεγονός στη γνωστή τότε ταβέρνα του Αλευρά.
«Στου Αλευρά τη μάντρα» ή «Ματσαράγκα»
Είπες πως σου έκανα απόψε ματσαράγκα,
κατάλαβες τη μηχανή που σου `στησα βρε μάγκα
τη μηχανή που σου `στησα στου Αλευρά τη μάντρα.
Τρελές κοπέλες πεταχτές με χίλια δυο μεράκια
μαζί σου θέλαν να βρεθούν να σπάσουνε κεφάκια.
Πολλές φορές σου είπα εγώ δεν πρέπει να καυχιέσαι
αφού κορόιδο πιάνεσαι, τι θέλεις και τραβιέσαι.
Έτσι `ναι τώρα, φίλε μου, και μην παραξηγιέσαι
και δε σου πέφτει λόγος πια να μας παραπονιέσαι.
Κουτσομύλια: Συνοικία Τρικάλων στα βόρεια της πόλης κάτω από τον λόφο του Προφήτη Ηλία. Τα παλιά χρόνια ήταν τουρκομαχαλάς, ενώ αργότερα εγκαταστάθηκαν εκεί βλάχοι από το Περιβόλι Γρεβενών. Πιθανολογείται ότι το όνομα προέρχεται επειδή υπήρχαν πολλοί μικροί μύλοι οι οποίοι το καλοκαίρι που λιγόστευε το νερό του Ληθαίου δούλευαν κούτσα-κούτσα
Μπάρα: Συνοικία στα Βόρεια των Τρικάλων η οποία πήρε το όνομα της διότι εδώ λίμναζαν νερά. Πολύ παλιά λέγονταν και Καραγάτσι επειδή υπήρχε εκεί ένας μεγάλος φτελιάς.
Ριζαριό: Συνοικισμός του Δήμου Τρικκαίων όπου αφθονούσε το βαφικό φυτό ριζάρι και μάλλον έτσι πήρε το όνομα.
Σελίμογλου (σημερινή Λεπτοκαρυά): Πήρε το όνομα της από τον ιδιοκτήτη της περιοχής που ήταν ο μπέης Σελίμογλου.
Ταμπάκικα: Συνοικία των Τρικάλων που βρίσκονταν πίσω από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό, προς τον Αγιαμονιώτη ποταμό. Εκεί υπήρχαν τα περισσότερα βυρσοδεψεία της πόλης.
Ντάπια ή Ντάπια Αϊ-Λιά: ο πευκόφυτος λόφος με την εκκλησία του Προφήτη Ηλία. Η ονομασία προέρχεται από το Τουρκικό tabya που σημαίνει προμαχώνας.
Χάνια ή Τρία Χάνια: Συνοικία Τρικάλων στη συμβολή των οδών Τιουσόν, Σωκράτους και Φιλίππου. Εκεί υπήρχαν τρία χάνια, των Αλεξόπουλου, Ρίζου, Νασιάκου.
Τσιγκέλια: Συνοικία των Τρικάλων, στις βόρειες πλαγιές του λόφου του Προφήτη Ηλία, ανάμεσα στην Εθνική Οδό και την οδό Χασίων. Επί Τουρκοκρατίας εδώ υπήρχαν τσιγκέλια, όπου κρεμούσαν ζωντανούς τους κατάδικους και αντιφρονούντες.
Δυστυχώς πολλές φορές ορισμένα τοπωνύμια φέρνουν στο νου φρικώδη και απάνθρωπα βασανιστήρια, Ένα από αυτά είναι και το τοπωνύμιο «Τσιγκέλια».
Παραθέτουμε αποσπάσματα συγγραφέων, που ασχολήθηκαν με το θέμα:
Ο Κυριάκος Σιμόπουλος δημοσιεύει τα εξής για τα τσιγκέλια από σχετική αφήγηση Γάλλου περιηγητή: «Οι γάντζοι αποτελούν ένα ικρίωμα που στήνεται συνήθως στην είσοδο των πόλεων. Ο δήμιος ανεβάζει τον κατάδικο με καρούλι ψηλά σ’ ένα στύλο. Κάτω από το στύλο είναι καρφωμένα τσιγκέλια. Ύστερα αφήνει απότομα το σκοινί και ο κατάδικος πέφτει μ’ όλο το βάρος στους γάντζους και καρφώνεται… και εκεί τον αφήνουν να πεθάνει».
Και ο Στέφανος Στεφάνου γράφει: «Γεμάτες αιχμές σιδερένιες όμοιες με τα τσιγκέλια του Χασάπη, οι σιδεριές αυτές, ήταν ακουμπισμένες οριζόντια στη γη. Ο κατάδικος πετιότανε επάνω σ’ αυτούς τους φρικτούς σοφάδες μπρούμυτα ή ανάσκελα. Και οι Γύφτοι τον πατούσανε ώσπου να μπηχτούν όλες οι μύτες στο κορμί του…».
Ένα τέτοιο εξοντωτικό μέσο βασανιστηρίων και θανατικής καταδίκης είχαν εγκαταστήσει οι Τούρκοι και στα Τρίκαλα. Βρισκόταν, κατά την παράδοση η τοποθεσία, στις βόρειες παρυφές της συνοικίας Μπάρας, εκεί κάπου κοντά στο λεγόμενο «Λαγούμι», που ο δρόμος πήγαινε παλιότερα για το χωριό Σελίμογλου.