Οι κομματάρχες, τα γλέντια, οι ξυλοδαρμοί…
Οι εκλογές στον τόπο μας τον παλιό καιρό ήταν ένα μεγάλο γεγονός, που είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός πραγματικού γλεντιού. Στην διάρκεια κάθε προεκλογικής περιόδου επικρατούσε πάντοτε ατμόσφαιρα έντονου φανατισμού και μεγάλου ενθουσιασμού. Για την δημιουργία αυτής της ατμόσφαιρας επιστρατεύονταν όλα τα μέσα, θεμιτά και αθέμιτα. Ακόμα και λαϊκά όργανα, από βιολιά και κλαρίνα μέχρι πίπιζες και νταούλια. Δεν έλλειπαν οι γνωστές ροκάνες και οι… γκαζοτενεκέδες για την πρόκληση θορύβου. Ο φανατισμός και τα κομματικά πάθη έφθαναν σε τέτοιο βαθμό, ώστε κάθε προεκλογική συγκέντρωση πάντοτε μετατρέπονταν σε μια αληθινή διαδήλωση, που όμως, τις πιο πολλές φορές, κατέληγε σε σοβαρά επεισόδια, συνήθως αιματηρά.
Χρησιμοποιούνταν γροθιές, πέτρες, μαγκούρες, συχνά και όπλα. Ο ξυλοδαρμός ήτανε άγριος, μα και… απαραίτητος. Τελικά επενέβαινε δυναμικά ο στρατός, που έφιππος ορμούσε για την διάλυση των αντιμαχομένων παρατάξεων και την αποκατάσταση της τάξεως. Σ’ αυτό το εκλογικό… γλέντι έπαιρναν μέρος ακόμα και τα μικρά παιδιά, οι πιτσιρίκοι, που ήτανε ειδικά εκπαιδευμένοι από τους κομματάρχες στο να κάνουν «καζούρα» ή «πρόγκα» σε αντίπαλους υποψηφίους.
Στα χωριά, ιδιαίτερα στα παλιά κεφαλοχώρια του νομού μας, κάθε προεκλογική συγκέντρωση μετατρέπονταν σ’ ένα πραγματικό πανηγύρι, όπου όλοι οι κάτοικοι, αντίπαλοι και μη, γλεντοκοπούσαν αδιάκοπα πίνοντας στην υγεία και επιτυχία του υποψηφίου.
Εξ άλλου στην πόλη και σε κάθε σπίτι υποψηφίου που παρέμενε ανοικτό όσο καιρό διαρκούσε η προεκλογική περίοδος, ψήνονταν αρνιά πλαισιωμένα με κοκορέτσια και σπληνάντερα, ενώ στις πλακόστρωτες αυλές και στα δωμάτια του σπιτιού στρώνονταν τραπέζια με πλούσιο φαγοπότι, που το τιμούσαν δεόντως όλοι. Στα δε σπίτια των κομματαρχών μέσα σε καζάνια ή τσουκάλια έβραζαν φαγητά με κρέας προβατίνας και… πλιγούρι ή τραχανά. Έτσι κάθε ψηφοφόρος εκείνης της εποχής έδινε πρόθυμα την ψήφο του σ’ εκείνο τον υποψήφιο στο σπίτι του οποίου έφαγε το καλύτερο… κοψίδι και ήπιε τον… αγλέουρα.
Το τσιμπούσι λοιπόν στο σπίτι του υποψηφίου ήτανε ατελείωτο, συνοδευόμενο συχνά και με λαϊκά όργανα. Με ντόπιο κρασί και δυνατό τσίπουρο ποτίζονταν αδιάκοπα τα λαρύγγια των οπαδών και στην συνέχεια άναβαν οι συζητήσεις και καταστρώνονταν… επιτελικά σχέδια μαζί με τους κομματάρχες για την υποστήριξη του υποψηφίου και τον καταποντισμό των αντιπάλων του.
Οι κομματάρχες
Τον μεγαλύτερο ρόλο στις εκλογές εκείνης της εποχής παίζανε οι περιβόητοι κομματάρχες, άνθρωποι δηλαδή που είχανε μεγάλη επιρροή στους ψηφοφόρους. Τέτοιοι ήτανε κυρίως οι τότε τσιφλικάδες και μεγαλοεπιχειρηματίες, που μπορούσαν να επιβάλουν τη θέλησή τους ακόμα και με τη βία και τον εκβιασμό σ’ όσους εργάζονταν σ’ αυτούς ή εξαρτιόνταν κατά κάποιο τρόπο από αυτούς, να ψηφίσουν τον υποψήφιο που θέλανε τ’ αφεντικά τους. Υπήρχαν και οι επαγγελματίες κομματάρχες, πολύ καπάτσοι στον τρόπο προσελκύσεως ψηφοφόρων. Αυτοί ήτανε και ή μεγαλύτερη ίσως τότε πληγή του τόπου μας. Αφού δήλωναν πολιτική φιλία με τον υποψήφιο εκείνο, που θα υπόσχονταν να τους κάνει όλα τα ρουσφέτια, άρχιζαν την εκστρατεία για τον επηρεασμό συγγενών, φίλων και γνωστών τους. Έφθαναν ακόμα και στο σημείο να εξαγοράζουν και τους πιο δύσκολους και ιδιαίτερα τους συμφεροντολόγους ψηφοφόρους. Όλοι τους είχανε σαν πεδίο δράσης τα χωριά, όπου με διάφορα κόλπα, άφθονη πονηριά και άφθαστη ρητορική κατάφερναν κι’ έπαιρναν με το μέρος τους αγράμματους χωριάτες, εξασφαλίζοντας έτσι πολλούς και σίγουρους ψήφους για τον υποψήφιο βουλευτή. Όποιος υποψήφιος είχε πολλούς κομματάρχες είχε πιο σίγουρη την εκλογή του.
Για την αντιγραφή: Σ.Α. Μπακοβασίλης