Δήμος Τρικκαίων

111 χρόνια από τη μεγάλη πλημμύρα

4 Ιουνίου 2018

Σαν σήμερα κλείνουν 111 χρόνια από τη μεγάλη και καταστροφική πλημμύρα του 1907. Παραθέτουμε χρονογράφημα που βρήκαμε στα «Τρικαλινά Νέα» γραμμένο από τον χρονικογράφο της εποχής, Δημήτριο Τρ. Παπαζήση.

ΙΟΥΝΙΟΣ 1907: Ημέρα Δευτέρα 4 του μηνός, ημέρα παζαριού για τα Τρίκαλα, μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα, ουρανός καθαρός.

Κατά τας 5 το απόγευμα μαύρα σύννεφα σκέπασαν την πόλιν, σκοτείνιασε ο ουρανός και φωτιζότανε από τις συνεχείς αστραπές.

Οι Τρικαλινοί και ιδίως οι χωρικοί χάρηκαν, γιατί περίμεναν να βρέξει, για να σωθούν τα σπαρτά που κινδύνευαν.

Προ 15 μάλιστα ημερών είχαν κάνει και λιτανεία διά βροχήν. Η χαρά των όμως ύστερα από μισή ώρα, μεταβλήθηκε σε ανησυχία και φόβο. Αυτή δεν ήταν βροχή, ήταν κατακλυσμός. Μέσα σε λίγες ώρες ξέσπασαν φοβερές κατακλυσμιαίες καταιγίδες.

Στις 10.30’ μετά την τελευταία μπόρα, ακούστηκε μια δυνατή βοή από την συνοικία Τρικκαίογλου. Ένα θεόρατο κύμα κατέβαινε προς την πόλη με ορμή, παρασύροντας ότι έβρισκε μπροστά του.

Το ποτάμι, ο Ληθαίος, ξεχείλισε και το νερό άρχισε να απλώνεται στην πόλη και πρώτα στις παρόχθιες συνοικίες, Τρικκαίογλου — Άγιο Νικόλαο — Βουλγάρικα — Άγιο Κωνσταντίνο.

Στις 11.30 ο ουρανός ξαστέρωσε και το φεγγάρι σαν ειρωνεία φώτιζε την πολιτεία που καταστρεφότανε σιγά – σιγά.

Το νερό συνεχώς ανεβαίνει στην πόλη, γεμίζουν οι δρόμοι, γεμίζουν τα υπόγεια και σιγά – σιγά προχωρεί για να καταλάβει και τα εσωτερικά των σπιτιών. Τα περισσότερα σπίτια των Τρικάλων ήταν παλαιά και πλίθινα εξ ολοκλήρου, λίγα από αυτά είχαν θεμέλια πέτρινα, ανεβασμένα έως 50 πόντους πάνω από την γη, τα δε πέτρινα εξ ολοκλήρου ή σαν ελάχιστα.

Με τέτοια οικοδομική σύνθεση ήταν φυσικό να δημιουργηθούν ζημίες και καταστροφές, κανένας όμως δεν φανταζότανε την έκταση της καταστροφής. Από παντού ακούγονταν φωνές απελπισίας, κινδύνου, «βοήθεια πνιγόμαστε», άλλοι άφηναν τα σπίτια των και προσέτρεχαν σε γειτονικά ασφαλέστερα σπίτια για να σωθούν, που μερικά από αυτά παρέσυραν στον θάνατο τους ζητήσαντας την προστασία των, όπως συνέβη εις το σπίτι του παπά – Παπαχρήστου στο Τρικκαίογλου, στο όποιον πνίγηκαν καταπλακωθείσαι 42 ψυχές.

Άλλοι ανέβηκαν στις στέγες των σπιτιών των ζητούντες σωτηρία διότι όπως ανέφερα στις 11.30, ο ουρανός καθάρισε εντελώς.

Το τι γίνηκε εκείνο το βράδυ δεν δύναται να περιγραφεί.

Ο ηλεκτροφωτισμός της πόλεως διεκόπη διότι το παρόχθιο εργοστάσιο υπέστη σοβαρές ζημιές και η πόλη δεν έπλεε μόνον εντός των υδάτων αλλά και του σκότους.

Από όλους ζητείτο βοήθεια άλλα οι ολίγοι που μπορούσαν να προσφέρουν συναντούσαν δυσκολίες τεράστιες, μόνον το ιππικό προσέφερε σοβαρές υπηρεσίες.

Οι ώρες φαινότανε χρόνια, τα χαράματα το νερό άρχισε να υποχωρεί στην κοίτη του ποταμού και να χαρίζει κάποια ελπίδα εις τους κινδυνεύοντας, η πόλη όμως εξακολουθούσε να πλέει.

Η Τρίτη 5 Ιουνίου φανέρωσε το μέγεθος της καταστροφής.

Οι αρχές της πόλης επελήφθησαν του έργου της βοήθειας, αφού τηλεγραφικώς γνώρισαν στο υπουργείο Εσωτερικών την τραγωδία.

Νομάρχης ήταν ο Φαρμακόπουλος, δήμαρχος ο Κανούτας, Δ/τής της Αστυνομίας ο Καραγκούνης, νομομηχανικός ο Σαδούλας.

Συντόμως διαπιστώθηκε ότι η θεομηνία ήτο τοπική, είχε την αρχή της στα Χάσια, όπου οι πηγές του Ληθαίου και οι καταρρακτώδεις βροχές έπεσαν κατά μήκος της λεκάνης του ποταμού, διότι βεβαιώθηκε ότι στη Λαζαρίνα, 22 χιλιόμετρα απέχουσα των Τρικάλων, δεν έπεσε σταλαγματιά βροχής.

Από παντού ζητείτο βοήθεια, από την πόλη, από τα γύρω χωριά, χωρίς όμως να είναι εύκολη η παροχή της την πρώτη ημέρα, ευκολότερα ήτο η διαπίστωση των τεραστίων υλικών ζημιών, τα ανθρώπινα θύματα ήτο αδύνατον να υπολογιστούν με την λάσπη, η οποία κάλυπτε εις αρκετό πάχος την πόλη.

Σοβαρότατες ζημιές σε σπίτια υπέστησαν οι συνοικίες Τρικκαίογλου, Αράπικα κ.ά.

Όλες οι γέφυρες που συνέδεαν την πόλη παρασύρθηκαν, πλην της κεντρικής σιδηράς, η οποία υπέστη ζημιές, αλλά άντεξε στην ορμή του νερού, και διευκόλυνε την επικοινωνία της πόλης.

Η κατάσταση των Δημοσίων καταστημάτων βρέθηκε ως κάτωθι:

Η Νομαρχία ουδέν έπαθε, καθώς και η Εισαγγελία, το Πρωτοδικείο υπέστη μικρές ζημιές, του Ειρηνοδικείου κατεστράφη το αρχείο, του δε Μονοπωλίου τα μονοπωλιακά είδη.

Το Α’ Δημοτικό Σχολείο κατέρρευσε, οι ποινικές φυλακές πλημμύρισαν, οι δε κατάδικοι ανήλθαν στον πάνω όροφο, διασωθέντες άπαντες, οι πολιτικοί κρατούμενοι δραπέτευσαν, μερικοί δε εξ’ αυτών στην προσπάθεια τους να δραπετεύσουν πνίγηκαν.

Η σιδηροδρομική γραμμή Τρικάλων – Καλαμπάκας εβλάβη, αλλά αποκαταστάθηκε την επομένη, άπαντα τα καταστήματα της αγοράς υπέστησαν σοβαρές ζημιές.

Με επικλήσεις βοήθειας προς την Κυβέρνηση, με την διαπίστωση των υλικών ζημιών και με φροντίδες διά την περίθαλψη των πληγέντων, πέρασε η πρώτη μέρα μετά την καταστροφή.

Την επομένη μέρα, Τετάρτη, τα νερά υποχώρησαν αλλά η όψη της πόλης ήταν αγνώριστη, παχύτατο στρώμα λάσπης καλύπτει τα πάντα. Οι κάτοικοι ανασκάπτουν την λάσπη και με τα χέρια τους ακόμη, αναζητώντας προ πάντως προσφιλή των πρόσωπα, αλλά και έπιπλα, ρούχα και πράγματα παντός είδους.

Η αναγνώριση των θυμάτων είναι δύσκολη, η ταφή των ενεργείται υπό φρικιαστικές συνθήκες και συνεχίζεται επί πολλές ημέρες.

Η πείνα αρχίζει να μαστίζει την πόλη, δύο μόνον αρτοποιεία εργάζονται, οι κάτοικοι περιέρχονται την πόλη φωνάζοντας ψωμί, ψωμί.

Χιλιάδες ψυχές είναι στοιβαγμένες σε εκκλησίες, σχολεία, δημόσια και ιδιωτικά καταστήματα.

Οι αρχές συνεχίζουν τις εκκλήσεις, διενεργούν έρανο μεταξύ των πλουσίων, ο όποιος όμως δυστυχώς δεν απέδωσε μόνο παρά 13.000 δρχ. Απευθύνονται προς τον Πρωθυπουργό και τον υπουργό Εσωτερικών, αλλά αυτοί περί άλλα τυρβάζουν. Που να πονέσουν για τα Τρίκαλα.

Μετά την στέγη και το ψωμί το πλέον αναγκαίο ήτο η αποκομιδή των πτωμάτων των ζώων των κατακειμένων στους δρόμους, τα χάνια, τα χωράφια, διότι η ζέστη του Ιουνίου τα αποσυνέθετε και η δυσοσμία ήταν φρικτή, συνεχώς κάρα διασχίζουν την πόλη αποκομίζοντα πτώματα ζώων.

Ο λαός ζητεί να τούς επισκεφθεί ο Βασιλεύς, ελπίζων από αυτόν βοήθειαν, αφού η Κυβέρνησις τους εγκατέλειψε χωρίς ούτε ένας υπουργός να τους επισκεφθεί.

Αι αρχαί, οι κάτοικοι όλοι εργάζονται διά να διορθώσουν τα αδιόρθωτα. Την 9ην του μηνός πλήθος κατοίκων μετέβη και κατέστρεψε την Δέσιν του Μύλου Καραμαλή.

Επί τέλους την 10ην του μηνός, δηλαδή μετά εβδομάδα σχεδόν, έρχεται δ υπουργός των Εσωτερικών Καλογερόπουλος, όστις καταλύει εις το ξενοδοχείον Πετρούπολις.

Περιέρχεται την πόλιν, διαπιστώνει τας ζημίας, τας οποίας γνωρίζει εις τον Πρωθυπουργόν διά τηλεγραφήματος του, εις το οποίο αναφέρει ότι χίλιαι και πλέον οικίαι είναι κατεστραμμέναι, 91 θύματα γνωστά και άλλα άγνωστα, χωρία Κόπραινα, Κουβέλτσι, Βοϊβόνδα, Σπαθάδες κατεστράφησαν εντελώς, τα δε Μεγάλο και Μικρό Μέρτσι, Ράξα, Σωτήρα, Σκλάταινο, Πατουλιά, Γλύνος, Κουρμπαλή, Νομή, Λόγγος, Αχμέτ Αγά, Τουρναβοί, Σελίμογλου, Κατίδι, Αγία Μονή έπαθον σοβαράς ζημίας.

Την επομένη ο υπουργός ανεχώρησεν σιδηροδρομικώς διά Βόλου εις Αθήνας, ίνα πληροφορήσει την Κυβέρνησιν και τον Βασιλέα επί της καταστάσεως, όστις αμέσως μετά την καταστροφή εξεδήλωσεν την επιθυμίαν να επισκεφθεί τα Τρίκαλα.

Ο Βασιλεύς λαβών γνώσιν της καταστάσεως απεφάσισε το ταχύτερον να επισκεφθεί τα πληγέντα Τρίκαλα.

Την 13ην Ιουνίου ημέραν Τετάρτην έφθασεν ο Βασιλεύς μετά του υπουργού Καλογεροπουλου, εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν Καλυβίων, όπου τον ανέμενον ο Σόλων Ζωγράφος διά να τον φιλοξενήσει εις την επαυλίν του εις Λαζαρίναν.

Την επομένην δι’ έκτακτου αμαξοστοιχίας έφθασε εις την πόλιν, έμεινε κατάπληκτος προ του μεγέθους της καταστροφής, περιέρχεται τας συνοικίας, παρηγορεί τους πληγέντας, συζητεί μετ’ άλλων, δίδει ορισμένας οδηγίας.

Εις τους συνοδεύοντας αυτόν βουλευτάς, συνιστά να αφήσουν τας πολιτικάς των διαφοράς και να συνεργασθούν διά να βοηθήσουν τους πληγέντας, διότι δυστυχώς και από τας τραγικάς αυτάς στιγμάς των κατοίκων, οι βουλευταί προσεπάθουν να κερδίσουν πολιτικά οφέλη!

Ο Βασιλεύς όλη την ημέρα παρέμεινε πλησίον των πλημμυροπαθών, επεσκέφθη οικίας, καταστήματα, άκουσε τα παράπονα των, «ότι αι αρχαί επί τόσα χρόνια ουδεμίαν προσπάθειαν κατέβαλλον διά την προστασίαν από τας πλημμύρας των ποταμών, των αγρών των κλπ. ιδού σήμερον και της πόλεως».

Το απόγευμα ανεχώρησεν διά Ζωγραφίαν (Λαζαρίναν) όπου διανυκτέρευσε, αποχωρήσας την επομένην δι’ Αθήνας.

Και τώρα ας ελθωμεν εις την διαπίστωσιν των ζημιών βάσει επισήμων εκθέσεων.

Ο Νομομηχανικός Μαγνησίας Δημητρόπουλος, κατόπιν εντολής του Υπουργείου, υπέβαλεν την 20)6 έκθεσιν επί των ζημιών άς διεπίστωσεν, έχουσα ούτω:

 

Ζημίαι κατά συνοικίας.

ΣΥΝΟΙΚΙΑ ΚΑΤΑΣΤΡΕΜΕΝΕΣ ΟΙΚΙΕΣ
Τρικκαίογλου

238

Αράπικα 105
Αγιος Νικόλαος 11
Αγίου Αθανασίου 42
Αχμέτ Αγά 85
Μητροπόλεως 55
Πλατάνου 145
Βουλγάρικα 76
Αγίου Κων/νου 29
Κουτσομύλια 28
Μπουκουβάλα 151
Αστάς Τσαούση 174
Σύνολον οικιών κατεστρ. 1.139
Οικογένειες στερηθείσαι στέγης 1.389

 

Τα θύματα εντός της πόλεως ανήλθον εις 96 εις δε τα γύρω χωριά εις 5. Το ύψος της πεσούσης βροχής ανήλθεν εις 128 χιλιοστά.

Αι ζημίαι της πόλεως εις οικοδομάς ανήλθον εις 1.682.000 δρχ., ζημίαι εις έπιπλα και σκεύη εις δρχ. 1.000.000 δρχ., εις εμπορεύματα επίσης 1.000.000 δρχ., εις δημητριακά, ποίμνια και ζώα 178.000 δρχ. Σύνολον υλικών ζημιών 4.000.000 δρχ. περίπου.

Επίσης ο Δ/της της Γεωργικής Σχολής Αλμυρού υπελόγισεν τας ζημίας των πληγέντων γύρω των Τρικάλων χωρίων ως κάτωθι:

Κατεστράφησαν 150.000 οκάδες σίτου, 10.000 κριθής αξίας 50.000 δρχ. Ζώα επνίγησαν, 270 πρόβατα, 29 αγελάδες, 11 βόες, 22 όνοι αξίας 13.000, αι συνολικαί ζημίαι των χωρίων ανέρχονται εις 500—600.000 δρχ.

Και η πόλις όμως των Τρικάλων δεν υπέστη μικροτέρας ζημίας εις ζώα, καθότι η ημέρα της πλημμύρας συνέπεσεν με την εβδομαδιαίαν αγοράν:

Ούτω δι’ ολίγων έχουν τα της πλημμύρας, η όποια τόσα ανθρώπινα θύματα είχε και τόσας τεραστίας ζημίας επροξένησεν.

Η καταστροφή όμως αύτη συνετέλεσεν εις το να αναδυθεί από τα ύδατα μία σύγχρονος πόλις με καλήν ρυμοτομίαν και με σύγχρονα οπωσδήποτε κτίρια που την ομορφαίνουν και την κάμνουν αγαπητήν.

Για την αντιγραφή: Σ.Α. Μπακοβασίλης