Δήμος Τρικκαίων

Η δίκη του Μανώλη Γλέζου στο Κακουργιοδικείο Τρικάλων (Μέρος 1ο)

12 Οκτωβρίου 2018

Τον Μάιο του 1957 πραγματοποιήθηκε στο Κακουργιοδικείο Τρικάλων μια άγνωστη δίκη του Μανώλη Γλέζου, διευθυντή της «Αυγής» τότε, για συκοφαντική δυσφήμηση. Παραθέτουμε τα γεγονότα όπως τα περιγράφει η «Ελευθέρα Γνώμη».

 

Χθες και περί ώρα 9.20’ πμ. άρχισε ενταύθα ενώπιων του μικτού Κακουργιοδικείου η εκδίκαση της μηνύσεως του διοικητού της Υποδιοικήσεως Χωρ)κής Πύλης υπομοιράρχου κ. Ευαγγ. Δ. Ζιώγα κατά του Ανδρέα Μτακατσή, μέλους της νομαρχιακής επιτροπής της ΕΔΑ Τρικάλων και του Εμμανουήλ Γλέζου, διευθυντού της εν Αθήναις εκδιδομένης ημερήσιας εφημερίδος «Αυγή» επί συκοφαντική δυσφημήσει.

Η σύνθεση του δικαστηρίου υπήρξε η κάτωθι: Πρόεδρος Ν. Οικονόμου, σύνεδροι οι πρωτοδίκαι κ.κ. Ν. Γκόντζιος καί Έμ. Χαλκιαδάκις και ένορκοι οι κ.κ. Ν. Κωνσταντίνου, Γ. Μάντζαρης, Κυρ. Ποσποτίκης, Αθ. Παπαθανασίου και Γερ. Τσιναρίδης. Την εισαγγελικήν έδρα κατείχε ο εισαγγελεύς κ. Καρασιώτος.

Το ιστορικό της υποθέσεως έχει ως έξης. Την 9 Μαρτίου 1957 εδημοσιεύθη εις την «Αυγήν» επιστολή του Μπακατσή, με τίτλο «Αστυνομικές αυθαιρεσίες στα Τρίκαλα». Συγκεκριμένως η εν λόγω επιστολή περιείχε κατηγορία εναντίον του υπομοιράρχου Ζιώγα δια κάποιον υπαινιγμό του προς τον Μπακατσήν, ότι «θα δημιουργηθεί κατάστασις σε βάρος του —του κατηγορουμένου- αν λάβει μέρος στη συνδιάσκεψη της ΕΔΑ Τρικάλων».

Η μήνυσις του κ. Ζιώγα στηρίζεται εις το ότι καίτοι ο Μπακατσής ετέλει εν γνώσει της αναληθείας, απέστειλε εκ προθέσεως την επιστολήν εις την «Αυγήν» επί τω τέλει να θίξη την τιμή και την υπόληψίν του ως ατόμου και οργάνου της δημοσίας τάξεως.

Κατ’ αρχάς υποβάλλεται υπό των συνηγόρων του Γλέζου κ.κ. Κανελλοπούλου και Χαρατσίδη, δικηγόρων Αθηνών, η δήλωσις ότι δέχονται να προβούν εις επανόρθωσιν διά να τεθή τέρμα εις την υπόθεσιν. Ο κ. Ζιώγας όμως, όστις και εκλήθη πρώτος προς εξέτασιν, δεν εδέχθη τούτο, με τον ισχυρισμό ότι διά της δημοσιευθείσης επιστολής δεν εθίγη μόνον προσωπικώς ως άτομο και αστυνομικό όργανον αλλά ότι εθίγη εμμέσως και ολόκληρο το Σώμα Χωροφυλακής.

Ούτω, μετά την ως ανωτέρω δήλωση του μηνυτού η δίκη λαμβάνει τον κανονικό της δρόμο. Ο υπομοίραρχος κ. Ζιώγας εξετάζεται διαδοχικώς υπό των δικαστών και των συνηγόρων εμμένων μέχρι τέλους εις την άποψιν ότι τα δημοσιευθέντα υπήρξαν αναληθή και ότι εγένοντο με σκοπό την δυσφήμηση και όχι την άσκησιν γενικότερου κυβερνητικού ελέγχου, ως ισχυρίστηκαν οι συνήγοροι υπερασπίσεως. Εις αυτό το σημείο η συνεδρίαση διακόπτεται.

Επαναληφθείσης της συνεδριάσεως την 11.20′ πμ. καλείται ο μάρτυς κατηγορίας διοικητής της Διοικήσεως Χωρ)κής Τρικάλων κ. Λουρίδας, ο όποιος, ερωτηθείς αν πράγματι είναι αναληθή τα αναφερθέντα εις την επιστολή, όχι μόνον επιβεβαιοί τούτο, αλλά γενικεύει την κατηγορία ότι απέβλεπε εσκεμμένως εις την δημιουργία δυσμενών εντυπώσεων εις βάρος του Σώματος Χωροφυλακής. Την αυτήν δε απάντηση δίδει και εις τους συνηγόρους υπερασπίσεως. Ειδικότερον λέγει ότι οι κατά τόπους διοικηταί Χωρ)κής υποχρεούνται, βάσει σχετικής εγκυκλίου του Υπουργείου Εσωτερικών να καλούν εκείνους εκ των πολιτών, οι οποίοι έχουν ατομικό φάκελο με σκοπό την αποκατάσταση του, εις την περίπτωσιν που δεν επιδίδονται εις ύποπτους ενεργείας. Και συμπεραίνει ότι υπ’ αυτό το πνεύμα ενήργησε και ο κ. Ζιώγας, εις την συγκεκριμένη περίπτωση του Μπακατσή. Άλλωστε, συνεχίζει, υπήρχαν και άλλοι τρόποι να διαμαρτυρηθή ο κατηγορούμενος και όχι να απευθυνθεί αμέσως προς τον Τύπον, και μάλιστα της πρωτευούσης γεγονός που έχει οπωσδήποτε γενικώτερον αντίκτυπον.

Ερωτώμενος εν συνεχεία διά τον τίτλο της επιστολής «Αστυνομικές αυθαιρεσίες στα Τρίκαλα» καταλήγει ότι η όλη ενέργεια υπήρξε κακόβουλος και σκόπιμος και ότι δεν είναι δυνατόν να επεδιώχθη η άσκησις μόνον κυβερνητικού ελέγχου.

Γενικώς ο κ. Λουριδάς υπήρξε εις όλας τας απαντήσεις προς το δικαστήριον, τους συνηγόρους και τούς κατηγορουμένους, σαφής και κατηγορηματικός και απέκρουσε την λύσιν της επανορθώσεως διά του Τύπου.

Ακολούθως καλείται ως μάρτυς ο χωροφύλαξ Βησσ. Λέγγας, υπηρετών εις την Υποδιοίκηση Πύλης, ο οποίος διαβαιοί ότι ο διοικητής του εξ όσων τουλάχιστον αντελήφθη προσωπικώς, δεν ήσκησε κανένα ηθικόν εκβιασμόν εναντίον του Μπακατσή, άλλ’ ότι ενήργησε επί τη βάσει των στοιχείων του φακέλου, προς αποκατάστασίν του ή μη, όπως συμβαίνει και εις άλλας παρομοίας περιπτώσεις.

Μετά τον Λέγγα καλείται και προσέρχεται ως μάρτυς υπερασπίσεως ο κ. Μιχ. Πίσπας, βουλευτής, ο οποίος δηλοί εις το δικαστήριον ότι πιστεύει απολύτως εις την καλοπιστίαν των Μπακατσή και Γλέζου και ότι τα αναφερθέντα εις την επιστολή είναι αληθή. Συμπληρωματικώς δε λέγει ότι αι διά του Τύπου καταγγελίαι αποτελούν υποχρέωσιν και καθήκον διά κάθε πολίτην.

Μετά την εξέτασιν του κ. Πίσπα διακόπτεται την 1.45′ μμ. ακριβώς η συνεδρίασις, διά να επαναληφθή το απόγευμα.

Επαναληφθείσης της συνεδριάσεως την 5.20 απογευματινήν εξετάζεται ο μάρτυς υπερασπίσεως βουλευτής της ΕΔΑ στρατηγός κ. Στέφανος Σαράφης ερωτώμενος υπό των δικαστών, του Εισαγγελέως και των συνηγόρων, ισχυρίζεται μετά πεποιθήσεως ότι τα δημοσιευθέντα είναι αληθή και ότι δεν θίγουν την τιμήν και υπόληψιν του μηνυτού.

Εξ’ άλλου συνεχίζει, υπάρχει σωρεία παρομοίων περιπτώσεων αι οποίαι καταμαρτυρούν ότι σχετικώς έναντι των οπαδών της ΕΔΑ η εν γένει στάσις των οργάνων της τάξεως είναι μεροληπτική, παρά τας δια το εναντίον διαβεβαιώσεις εκπροσώπων της κυβερνήσεως.

Ακολούθως προσέρχεται ο έτερος μάρτυς υπερασπίσεως, βουλευτής της ΕΔΑ κ. Αντώνιος Πατσαντάς όστις περίπου υποστηρίζει τα αυτά. Επίσης και οι κληθέντες εν συνεχεία μάρτυρες υπερασπίσεως, Γ. Τσαντής εκ Μουριάς και Γεώργιος Καραγάννης εκ Τύρνης, θεωρούν αληθή τα αναφερόμενα εις την κατηγορουμένων επιστολήν του Μπακατσή και δεν άναγνωρίζουν ότι ενέχουν συκοφαντικόν χαρακτήρα εναντίον του προσώπου του υπομοιράρχου κ. Ζιώγα.

Είτα διακόπτεται επί δεκάλεπτον διάστημα η συνεδρίασις.

Επαναληφθείσης εκ νέου της συνεδριάσεως καλούνται οι μάρτυρες υπερασπίσεως Γ. Αρμάγος και Ευάγγ. Οικονόμου, εκ Τύρνης, οι όποιοι ερωτώμενοι σχετικώς απαντούν, ότι πράγματι τα δημοσιευθέντα είναι αληθή. Μετά δε τον τερματισμόν της εξετάσεως των μαρτύρων καλούνται εις απολογίαν οι κατηγορούμενοι Αντ. Μπακατσής και Έμμ. Γλέζος. Ο πρώτος δηλοί, ότι θεωρεί τα αναφερθέντα εις την δημοσιευθείσαν επιστολήν του ως ηθικόν εκβιασμόν εναντίον του εκ μέρους του κ. Ζιώγα και προσθέτει μάλιστα, ότι παρόμοιος εκβιασμός του ησκήθη κατόπιν και υπό του διοικητού της χωροφυλακής Τρικάλων κ. Λουριδά. Τέλος διαβεβαιοί το δικαστήριο, ότι δεν απέβλεπε διά της επιστολής του να θίξει προσωπικώς τον κ. Ζιώγαν.

Ακολουθεί η απολογία του Γλέζου, ο οποίος εις γενικάς γραμμάς εξέθεσε πόσο δύσκολο είναι διά τους διευθυντάς μεγάλων εφημερίδων να ελέγχουν ολόκληρον την προς δημοσίευσιν ύλην. Συγκεκριμένως ανέφερε ότι έλαβε γνώσιν της επιστολής μετά την υποβολή της μηνύσεως. Δεν παραλείπει δε να δηλώσει εις το δικαστήριον ότι αφηρέθησαν από την επιστολή και ορισμένες φράσεις και ότι ο ίδιος θα την εδημοσίευε ολόκληρη, ως είχεν εν τω πρωτοτύπω. Εν συνεχεία ομιλεί ότι ο Τύπος, ως τετάρτη εξουσία, ασκεί τεραστίαν και μεγάλης σπουδαιότητος λειτουργία και ότι ειδικότερον η «Αυγή» ασκεί καλόπιστον κυβερνητικό έλεγχο, καθ’ ο αποβλέπει στην αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας εις την χώρα.

Εξέφρασε δε την ευχή όπως ο σχετικός με τον Τύπον νόμος καταστεί εις το μέλλον περισσότερο ευνοϊκός όσον άφορα εις την επί το δικαιότερο αντιμετώπιση των αδικημάτων του Τύπου, ίνα ούτος ασκήσει ευκολότερο την τεραστίας κοινωνικής σημασίας λειτουργία του.

Επακολουθεί και νέα ολιγόλεπτος διακοπή, μετά την οποίαν λαμβάνει τον λόγον ο κ. Εισαγγελεύς. Η αγόρευση του κ. Εισαγγελέως διήρκησε επί μίαν, και ημίσεια περίπου ώρα και έχει εις γενικάς γραμμάς ως εξής:

Ο υπομοίραρχος κ. Ζιώγας ενήργησε νομίμως και υπό το πνεύμα της σχετικής με τους ανοικτούς φακέλους εγκυκλίου του υπουργείου Εσωτερικών, καλών τον κατηγορούμενο Μπακατσήν. Ότι τα όσα αναφέρει ο Μπακατσής εις την επιστολή του είναι απολύτως αναληθή και ότι εγράφησαν επί τω τέλει να πληγή καιρίως ο μηνυτής. Ότι ο Τύπος πρέπει να ασκεί πρώτον αυστηρότατο και εξονυχιστικό ελέγχον των διαφόρων καταγγελιών, και μάλιστα όταν στρέφονται εναντίον οργάνων της δημοσίας τάξεως, πριν ή προβή εις την δημοσίευση των. Ότι άφηρέθησαν από την κατηγορουμένη επιστολή ορισμένες φράσεις και άλλαι προσετέθησαν εσκεμμένως ίνα γενικευθεί η κατηγορία, και δημιουργηθεί ούτω δυσμενής εντύπωση εναντίον ολοκλήρου του Σώματος της χωροφυλακής.

Περαίνων δε καταλήγει εις το συμπέρασμα, ότι αμφότεροι οι κατηγορούμενοι ευρίσκοντο εν δόλω, δι’ ο και ζητεί να κηρυχτούν ένοχοι συμφώνως τω κατηγορητηρίω.

Εις το σημείο αυτό διακόπτεται η συνεδρίαση για να επαναληφθεί σήμερον την 10ην πρωϊνή.

Για την αντιγραφή: Σ.Α. Μπακοβασίλης