Δήμος Τρικκαίων

Το Φρούριο με τα μάτια τριών Τρικαλινών

8 Απριλίου 2021
Τα κείμενα για το Φρούριο μας βρήκαμε τα δύο στο περιοδικό «Μετέωρα». Από τους αείμνηστους Ευανθία Παπακυριαζή και Βάσο Καλογιάννη, και το τρίτο της κ. Μαρούλας Κλιάφα από την ιστοσελίδα της «Θεσσαλικά Κείμενα».
 ΟΜΟΡΦΙΕΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ

ΤΟ ΦΡΟΥΡΙΟ

Της κ. Ευανθίας Παπακυριαζή

Αντικρίζοντας κανείς τα Τρίκαλα από μακριά, τα βλέπει ξαπλωμένα στη Θεσσαλική πεδιάδα με φόντο την ιστορική σειρά των κορυφών της Πίνδου που χάνονται στον ορίζοντα. Μπροστά όμως από το ορεινό αυτό συγκρότημα, φιγουράρει ο πίναξ ο ζωγραφικός των Μετεώρων, μοναδικό ίσως φαινόμενο στη φύση με τις ανώμαλες κορυφές των βράχων που κρατούν σφιχτά στην αγκαλιά τους τις θρησκευτικές φωλιές τα ονομαστά στην οικουμένη μοναστήρια μας. Ο τόπος αυτός ο ιερός με το τουριστικό κύμα της εποχής μας, έγινε προσκυνητάρι χιλιάδων τουριστών. Την ξαπλωμένη όμως αυτή πολιτεία των Τρικάλων, τη στολίζει το φυσικό γήινο στέμμα που της φορεί το παλαιό Βυζαντινό Φρούριο, που για σηματοδότη ολημερίς και ολονυχτίς έχει τον πύργο του ρολογιού της πόλεως.

Μέσα στον ερειπωμένο χώρο του Φρουρίου σήμερα, μπορεί να θαυμάσει κανείς ένα αριστούργημα, μια αξιοποίηση αυτού του μέχρι χθες ερειπωμένου φυσικού μπαλκονιού, από του οποίου ή θέα είναι απερίγραπτος σε ομορφιά και μεγαλείο.

Εκεί ακριβώς που άλλοτε σου προκαλούσε λύπη, η εγκατάλειψη, σήμερα χάρη στην δημιουργική έμπνευση του πρώτου πολίτου της πόλεως μας, του Δημάρχου κ. Ιωάννου Μάτη, ξεπήδησε από τα χέρια μηχανικών και οικοδόμων ένα θαυμάσιο περίπτερο, με ευρύχωρες αίθουσες, με ταράτσα υπέροχη, με σκαλιά μαρμαρένια, με βεράντες ηλιόλουστες που μπορούν να χαρίσουν χειμώνα καλοκαίρι θαλπωρή και δροσιά. Ο έξω χώρος στολίσθηκε με λίμνη που τη σκεπάζουν γεφυρούλες με πίστα για τη νεολαία μας. Τη λιμνούλα αυτή τη γραφική την περιτριγυρίζουν κομμάτια βουτηγμένα στην πρασινάδα που φωτίζονται με μανιτάρια τεχνητά, όταν το φεγγάρι πάνω θα τα χαϊδεύει. Αυτό το μεγαλειώδες έργο που τόσο σύντομα το περιγράφω, πρέπει να βρει τον κατάλληλο επιχειρηματία που θα στρίψει το κουμπί της τωρινής σιωπής, για να χαρίσει στην πατρίδα μας τη χαρά, την ψυχική γαλήνη και την υγεία.

Αξίζει να το επισκεφθεί κανείς για να το θαυμάσει. Είναι ένα από τα πλούσια κοσμήματα που φορεί η πατρίδα μας με την πάροδο του χρόνου.


ΕΘΝΟΤΟΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

ΤΟ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ

Του κ. ΒΑΣΟΥ ΚΑΛΟΠΑΝΝΗ

Το οχυρό και σε στρατηγικότατη θέση Φρούριο των Τρικάλων, κλειδί για το πέρασμα των Πυλών του Κόζιακα προς τα Άγραφα, και την ένδοξη Πίνδο, είναι γνωστό από την αρχαιότητα ακόμη.

Γιατί υψώνεται εκεί όπου ορθωνόταν έναν καιρό, η Ακρόπολη της προομηρικής Τρίκκης όπου ο Θεός της Ιατρικής Ασκληπιός, είχε ιδρύσει το Ασκληπιείο του που σήμερα ανευρίσκονται τα ερείπιά του παρά το ιστορικό Φρούριο.

Το οχυρό αυτό εδέσποζε και δεσπόζει της πόλεως των Τρικάλων, το όνομα της οποίας άλλοι αποδίδουν στην «Τρίκαλο» Αρτέμιδα, και άλλοι στην «αδελφοποιτή» της Λαρίσης, νύμφη Τρίκκη, κόρη του μυθικού Βασιλιά Πηνειού που έδωσε το όνομά του στο ποτάμι, και που ο Μεσσαίων τον προσονόμασε Σαλαμπριά όπως και τον αναφέρει η Άννα η Κομνηνή.

Οι περιπέτειες του Φρουρίου των Τρικάλων αρχίζουν από τα πανάρχαια χρόνια. Και πάνω του έπεσαν πολλά ακόντια, το χτύπησαν πολλοί κριοί, το μάτωσε πολύ το ανθρώπινο αίμα, δοξάστηκαν τα ακρόπυργά του, κρυφανοίχτηκε κι’ εδώ κάποια «Κερκόπορτα», εγνώρισε θριάμβους αλλά κι’ εδεινοπάθησε όσο κι’ ο τόπος την αιώνιαν ύπαρξη του οποίου συμβολίζει.

Μεσ’ απ’ το σκοτεινό πέπλο του ιστορικού μυστηρίου στο οποίο έζησαν τα Τρίκαλα καθώς περιγράφει ο κ. Αχιλλέας Καρανάσιος στα «Πνευματικά Τρίκαλα» του, διακρίνουμε σε γενικές γραμμές, τις κυριότερες φάσεις της ζωής του τόπου που παλιά, συγκεντρωνόταν στο Φρούριό τους.

Η Ακρόπολη και η πολιτεία της Τρίκκης γνώρισαν το σιδερένιο διάβα της Μακεδονικής Φάλαγγας του Φιλίππου το 343 π.χ., των Ρωμαϊκών Λεγεώνων του Καίσαρα όταν συγκρούονται το 45 π.χ.

Το ίδιο συνεχίστηκε και κατά τα μεσαιωνικά χρόνια οπότε κάστρο και πολιτεία υπέστησαν τις καταστροφικές επιδρομές των Γότθων, Σλάβων, Σαρακηνών, Βουλγάρων ιδιαίτερα, Καταλανών και των Σέρβων τους οποίους διαδέχθηκε η υπερτετρακοσάχρονη Τουρκοκρατία που την προετοίμασε κατά κάποιον τρόπο η Φραγκοκρατία, μέχρι το 1881 οπότε ελευθερώθηκε η Θεσσαλία κι’ ενώθηκε με την Ελλάδα.

Σε όλο αυτό το μακραίωνο διάστημα το Φρούριο και τα γύρω Καστρομονάστηρα των Μετεώρων, του Ντούσικου, Βυτουμά κλπ. κράτησαν, όσο γινόταν, τις ελληνοχριστιανικές εθνοθρησκευτικές παραδόσεις, τη γλώσσα, την Τέχνη και τα Γράμματα, έως την αποτίναξη του Βαρβαρικού ζυγού.

Η πανάρχαια ακρόπολη και η Πόλη —Κράτος της Τρίκκης, ανήκε στην Θεσσαλική επαρχία της Εστιώτιδος. Ο Θ. Αξενίδης την αναφέρει μεταξύ των καλώς οχυρωμένων πόλεων των χωροδεσποτών της Θεσσαλίας, οι οποίοι, μέσα στα περιφρούρητα αρχοντοπάλατα τους, αισθανόντουσαν εαυτούς ασφαλείς από ενδεχόμενες λαϊκές επαναστάσεις που συντάραζαν τον τόπο κείνα τα χρόνια.

Με αλληλοδιάδοχες επιδρομές φθάνουμε ως τον Μεσαίωνα, οπόθεν και μπορούμε κάπως να παρακολουθήσουμε την ιστορία του Φρουρίου των Τρικάλων.

Το Φρούριο, αυτό, που υψώνεται προς Δυσμάς και επί του τελευταίου λόφου των Χασίων, ανεγέρθη πιθανώς (αναφέρεται στον Οδηγό των Τρικάλων,) μετά το 530 μΧ. επί αυτοκράτορα του Βυζαντίου Μεγάλου Ιουστινιανού, κι’ είναι διηρημένο —κατά την αρχιτεκτονική των Φρουρίων της εποχής— εις τρία διαδοχικά τμήματα. Απ’ αυτά, το προς Βορράν τελευταίο, τέτοιο, είναι περιτειχισμένο με ισχυρό τείχος και περιλαμβάνει πεπαλαιωμένες οικοδομές των μεσαιωνικών χρόνων.

Μετά τις αρχαιολογικές ανασκαφές που έγιναν το 1902, μέσα στο Κάστρο απ’ τον αρχαιολόγο Π. Καστριώτη, ανεκαλύφθη αναθηματική επιγραφή : «Τή Αρτέμιδι Ακραία» που υπήρξε η πρώτη στο είδος της. Τα τελευταία χρόνια ανέσκαψε τον κάτω χώρο του Φρουρίου ο Έφορος Αρχαιοτήτων Θεσσαλίας Δ. Θεοχάρης, προς ανακάλυψιν του φημισμένου Ασκληπιείου της αρχαίας Τρίκκης που μέρος του ήρθε στο φως.

Μέσα στο Φρούριο, λέγεται, ότι υπήρχε άλλοτε περικαλλής ναός του Αρχαγγέλου Μιχαήλ κι’ ένας ακόμη άλλος της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος που ανηγέρθη τον 13ον αιώνα από τον Μιχαήλ Κομνηνό, Δεσπότη του Δεσποτάτου της Ηπείρου, στην επικράτεια του οποίου υπαγόντουσαν τα Τρίκαλα.

Επίσης εντός του Φρουρίου υπήρχε ο τάφος του Αγίου Οικουμενίου, Επισκόπου Τρίκκης κατά τον 1ον αιώνα.

Το Κάστρο αυτό που γνώρισε την κυριαρχία των Βυζαντινών, των Φράγκων κλπ. το επισκεύασαν και το επανοχύρωσαν οι Τούρκοι, όπως και της Λαρίσης, του Βόλου κλπ. μετέπειτα για στρατιωτικούς σκοπούς και για την άμυνα ενός βασικού διοικητικού κέντρου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως είχε γίνει το Σαντζάκι των Τρικάλων πούχαν γίνει πρόσκαιρη πρωτεύουσα της Θεσσαλίας.

Πάνω στο Φρούριο και προς την ανατολική πλευρά του, οι Τούρκοι είχαν εγκαταστήσει σ’ ένα λιθόπυργο κτίσμα μεγάλο Ωρολόγι της Πόλεως, όπως συνήθισαν να κάμνουν στα φρούρια των πόλεων που κατελάμβαναν, τα ερείπια του οποίου σωζόντουσαν έως το έτος 1935. Πάνω σ’ αυτά ο φιλοπρόοδος και δημιουργικός Δήμαρχος Τρικκαίων Θεοδόσης θεοδοσόπουλος, ανήγειρε τον τωρινό περικαλλή λιθόκτιστον επίσης πύργο, επί του οποίου στα 1936, τοποθέτησε το νέο Ρολόγι της πόλεως έργο εγχωρίου κατασκευής του Χρήστου Καραμάνου εκ Καλλιθέας Αθηνών. Ο πύργος έχει συνολικό ύψος από την βάση του, 33 μέτρων. Το Ωρολόγι τούτο, εκληφθέν από καταδιωκτικά αεροπλάνα της Γερμανικής Λουφτβάφεν, ως στρατιωτικό παρατηρητήριο, επολυβολήθη στις 14 Απριλίου 1941, υποστάν ελαφρές ζημίες.

Κατά την κατοχή επίσης στο Φρούριο, οι Γερμανοϊταλοί φασίστες, είχαν τοποθετήσει βαρέα κανόνια με τα οποία, εβομβάρδιζαν τα γύρω ορεινά και πεδινά χωριά που κατείχαν οι αντάρτες της Εθνικής Αντιστάσεως.

Η αναδρομή στην μεσαιωνική ιστορία του Κάστρου πού ναι κι’ η πιο ενδιαφέρουσα είναι δύσκολη αλλ’ όχι και αδύνατη. Αρκετά γραφτά το αναφέρουν και η παράδοση συμπληρώνει κάπως τα αναπόφευκτα κενά.

Όπως, λοιπόν αναφέρουν οι γραφτές πηγές (Ιδέ: Γιάννη Κορδάτου «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» και Δημ. Παπαρηγοπούλου: «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους») ο Ιουστινιανός έφτιαξε πολλά οχυρά Φρούρια. Το 540 έφτιαξε και δεύτερη φρουριακή γραμμή που προστάτευε την Ήπειρο, Μακεδονία, Θράκη, Θεσσαλία. Ιδιαίτερα επανοχύρωσε τις οχυρές πολιτείες: Γόμφους, Λάρισα, Φάρσαλα, Τρίκαλα, Δημητριάδα, Εχίνο, Φθιωτικές, Θήβες κλπ.

Κατά τον 13ον αιώνα τα Τρίκαλα κυβερνώνται από έναν ανώνυμο Έλληνα Καστροδεσπότη, ενώ ένας Σιγκνορίνος, εδέσποζε του Φρουρίου «Σαίντ Νίκολο στε Χριστιάνα» πάνω στον Πηνειό.

Είναι η εποχή που οι Βυζαντινοί θεματοφύλακες της Θεσσαλίας, συγκρούονται με τους Φράγκους που επιχειρούν να υψώσουν τα λάβαρά τους στο Τρικαλινό Φρούριο, στα 1204, χωρίς και να το κατορθώσουν.

Τότε περίπου το Φρούριο καταλαμβάνεται από τον Ιωάννη Παλαιολόγο της Νίκαιας που κατανίκησε τον Μιχαήλ Β’ Δεσπότη της Ηπείρου ο οποίος εξουσίαζε τα Τρίκαλα.

Στα 1333 μετά τον θάνατο του «Αυθέντου Σεβαστοκράτορος» της Θεσσαλίας που έδρευε στο Φανάρι της Καρδίτσης, ο Μονομαχάτος της Θεσσαλονίκης κατήλθε από την Δυτική Μακεδονία και Στενά των Τεμπών, κατέλαβε το οχυρό του Λοκοστομίου «Κάστρο της Ωριάς» και το Κάστρο του Βόλου. Την ίδια ακριβώς εποχή ο Δεσπότης της Ηπείρου Ιωάννης Β’ με ισχυρό στρατό, πέρασε το Μέτσοβο, την Καλαμπάκα (Σταγούς), μπήκε στη Θεσσαλική ενδοχώρα και κατέλαβε τα οχυρότερα κλειδιά της που ήτανε τα Φρούρια κι’ οι πολιτείες των Τρικάλων, Φαναριού, Δαμασίου, Ελασσόνος και άλλους καστρότοπους όπου κι’ ετοποθέτησε δικές του φρουρές. Αλλά τον απόδιωξε ο Ανδρόνικος ΙΙΙ, ο οποίος εσκέφθηκε να ενώσει το Δεσποτάτο της Ηπείρου με την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Και το πέτυχε σχεδόν είτε με πόλεμο, είτε παραχωρώντας αξιώματα και προνόμια στους τοπικούς Προύχοντες κι’ αλληλοδιαμαχόμενος αυθεντίσκους — Φρουράρχους.

Ο ίδιος ο Ανδρόνικος, ορμώντας από το Φρούριο των Τρικάλων αναγκάζει τους Βλάχους της Πίνδου, να κατεβούν και να προσκυνήσουν κι’ από τότε η Θεσσαλική ενδοχώρα ησύχασε από τις επιδρομές τους και τα Τρίκαλα κυρίως, τα Γιάννενα, η περιοχή Ελασσόνος κι’ αυτή η Λάρισα, αποκτούν καινούργιους κατοίκους, τους Βλάχους που αναγκάζονται εκ των πραγμάτων να εγκαταλείψουν τη μοναδική πολεμική ζωή όπως αναφέρει η Άννα η Κομνηνή.

Ύστερα οι Θεσσαλοί καστροπολεμήτες, από λόγους εκδικήσεως «άθροως προσελθόντες» χτύπησαν τα αυτοκρατορικά στρατεύματα στο Φρούριο της Υπάτης όπου ήταν πολιορκημένος ο Δεσπότης της Θεσσαλίας Ιωάννης που νίκησε παρά τα Φάρσαλα. Έκτοτε η Θεσσαλία κατέστη προπύργιο της Ορθοδοξίας στο οποίο κατέφευγαν οι ανθεποτικοί…

Λίγο μετά οι ίδιοι Θεσσαλοί προσκάλεσαν με πρεσβεία τους τον Καντακουζηνό ο οποίος έστειλε τον ανεψιό του Ιωάννη-Άγγελο και κατέλαβε την Θεσσαλία και τα Κάστρα της, βάζοντας τέρμα στις εμφύλιες διαμάχες και διώχνοντας τους φοβερούς Καταλανούς που κατατυράννησαν τον τόπο.

Ύστερα ήρθε η Σερβοκρατία του Ντούσαν που με τον Πρελιούπ κατέκτησε το Φρούριο και την περιοχή Τρικάλων. Κι’ αυτή η κατοχή διήρκησε ως τις αρχές του 15 αιώνος.

Ο Συμεών Ούρεσις που αυτοτιτλοφορήθηκε «Αυτοκράτωρ Ελλήνων και Σέρβων» εγκατέστησε την αυλή του στην πόλη των Τρικάλων και το Στρατηγείο του στο Κάστρο κι’ έζησε κει μ’ όλους τους Βυζαντινούς τύπους, πετυχαίνοντας ταυτόχρονα ν’ αναγνωριστεί ή να επιβάλει την εξουσία του στην Ήπειρο και Θεσσαλία. Η εξουσία του Ούρεσι ή Ουρώς και του γιου του Ιωάννη, κληροδότησαν στην Ελληνοχριστιανική Ελλάδα την φαντασμαγορική μεγαλοπρέπεια του Βυζαντινού Κοινοβίου των Μονών των Μετεώρων, στα οποία μόνασε ο Ιωάννης κι’ άλλοι επίσημοι ντόπιοι και ξένοι

Στα 1420 ήρθαν οι Τούρκοι και σ’ αυτό το Κάστρο, κυμάτισε το ματωμένο μισοφέγγαρο κι’ εκρότησε το εφιαλτικό τόπι (κανόνι) του Πατισάχ και το Χαρατσικό γιαταγάνι των γενιτσάρων έκοψε για τετρακόσια τόσα χρόνια την ζωή των Ελλήνων ραγιάδων.

Επί Τουρκοκρατίας, το πασαλίκι των Τρικάλων, αντιπροσώπευε την Κεντρική Διοίκηση της Θεσσαλίας. Η χώρα και το Κάστρο έγιναν μια απέραντη φυλακή και μετεβλήθησαν σε κτήματα του Τουρχανλίδη Ομέρ Μπέη όπως καταφαίνεται από την διαθήκη του κατακτητού της Θεσσαλίας, Μπεηλέρμπεη της Ρούμελης (Ελλάδος) Γαζή Τουρχάν που την είχε πατήσει στο όνομα του Σουλτάνου του Βαγιαζήτ που οι Τούρκοι τον προσονόμασαν «Γκιλντερί» (Κεραυνό) για την ορμητικότητα του.

Ο Τουρχάν λοιπόν, στη διαθήκη του, ανάμεσα στ’ άλλα, αναφέρει ότι κληροδοτεί: Ένα άργυρό άσπρο την ημέρα για τον Ιμάμη του Μετζητιού (Ναού) στο οποίο είχαν μετατραπεί η Χριστιανική εκκλησία που ήταν εντός του Φρουρίου των Τρικάλων, το οποίο ήταν Ίδρυμα του ειρημένου αφιερωτού.

«Επίσης κι’ άλλα αφιερώματα έκαμνε ο Μπεηλέρμπεης,, που έκειντο εις τα περιφρούρητα Τρίκαλα» που τάχαν μεταβάλλει οι κατακτηταί σε απέραντα κι’ ασύνορα τσιφλίκια, μέρους του μεγάλου «μπακσίς» (δώρου) του Βαγιαζήτ προς τον νικητή που τον χάρισε τη Θεσσαλία να την διαφεντεύει απ’ το χωριό της Λαρίσης, Τατάρ (Φαλάνη)…

Στο Κάστρο αυτό ανέμισε στα 1600 με 1611 η εκδικητική σκιά του ηρωικού και μαρτυρικού συνάμα Δεσπότη Λαρίσης και Τρίκκης Διονυσίου του Σκυλόσοφου, που το μαύρο ράσο του υψώθηκε ως Φλάμπουρο και προμήνυμα του 21…

Η Τουρκία διώχτηκε απ’ το κάστρο των Τρικάλων στις 22 Αύγουστου 1881, και πάλι στον άτυχο Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 στάθηκε έδρα γενικού συναγερμού.

Σήμερα τόχει καταλάβει ο Τουρισμός και η οργανωμένη Φυσιολατρία η οποία διά του πολυδράστου ΕΜΟΤ, το επιδεικνύει σε ντόπιους και ξένους ως ένα σύμβολο. Και τέτοιο θα παραμείνει στους αιώνες, ίδιο όπως το είδε και το περιέγραψε, τον περασμένο αιώνα, ο Γάλλος περιηγητής της Θεσσαλίας, Λεόν Έζέ ο οποίος έγραφε επιλογικά:

… «Ύστερα από ένα αρκετά μακρινό ταξίδι, πάντοτε ανάμεσα σε λιβάδια αρχίζουμε να διακρίνουμε το Κάστρο των Τρικάλων, στο οποίο δεσπόζουν κάτι στρογγυλοκέφαλα δένδρα, και που το προφίλ τους βλέπει προς τ’ οχυρό μουράγιο (τείχος) του Βουνού Κόζιακα, προωθημένου αντερείσματος της Πίνδου»…


Μερικά Ιστορικά στοιχεία για το Φρούριο των Τρικάλων

Το 2016 η κ. Μαρούλα Κλιάφα έγραψε στην ιστοσελίδα της «Θεσσαλικά Κείμενα» το κάτωθι κείμενο για το Φρούριο.

Στα βορειοδυτικά της πόλης των Τρικάλων υψώνεται το Φρούριο. Το έκτισε τον 6° αιώνα ο Ιουστινιανός πάνω στα ερείπια της ακρόπολης της αρχαίας Τρίκκης.

Τον 17ο αιώνα οι Τούρκοι ανήγειραν στο Φρούριο ρολόι, το οποίο συντηρείτο από εισφορές των καταστηματαρχών της πόλης.

Το 1819 επισκευάστηκαν από τους Τούρκους όλα τα Φρούρια της περιοχής Τρικάλων και η Πύλη έβαλε έκτακτο φόρο στους Χριστιανούς ανερχόμενο σε 98.000 γρόσια. (Στοιχεία από το αρχείο του Αλή πασά)

Το 1881, με την ευκαιρία της απελευθέρωσης της πόλης από τους Οθωμανούς, το Φρούριο φωταγωγήθηκε με δαυλούς.

Το 1884, όταν ο βασιλιάς της Ελλάδας Γεώργιος Α’ επισκέφθηκε τα Τρίκαλα, ο φρούραρχος της πόλης συνταγματάρχης Λ. Σταμάτης του έδωσε το κλειδί του Φρουρίου. («Φάρος του Ολύμπου» 4/5/1884).

Το 1897, κατά τον ατυχή πόλεμο, όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν και πάλι τα Τρίκαλα, ο τουρκικός στρατός ζητωκραυγάζοντας και με 21 κανονιοβολισμούς ύψωσε στο Φρούριο την τουρκική σημαία. («Ακρόπολις» 30/4/1897)

Τον Αύγουστο του 1902 ο αρχαιολόγος Καστριώτης άρχισε ανασκαφές, προκειμένου να βρει στοιχεία από την αρχαιότητα και κυρίως το αρχαίο Ασκληπιείο. Ο Δήμος Τρικκαίων επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ανασκαφές και ψήφισε προς ενίσχυση τους ένα κονδύλι 2.000 δρχ. Ο Καστριώτης κατά την ανασκαφή στο Φρούριο ανακάλυψε ότι οι πέτρες στο τρίτο διάζωμα είναι αρχαίες, ενώ όλα τα κτίσματα του Φρουρίου ήταν της Μεσαιωνικής εποχής. Κατά την ανασκαφή βρήκε και μια αναθηματική επιγραφή «τη Αρτέμιδι Ακραία» η οποία μαρτυρεί ότι υπήρχε εκεί ναός της Ακραίας Αρτέμιδος.

Το 1905, η εμποροπανήγυρη η οποία με Β. Διάταγμα είχε αρχίσει να λειτουργεί στα Τρίκαλα από το 1883, τελέστηκε στο Φρούριο. Σύμφωνα με την εφ. «Θεσσαλία» του Βόλου « η εμποροπανήγυρις κατελάμβανε τον βορειοδυτικόν χώρον του εγκαταλελειμμένου Φρουρίου», ενώ το ζωοπάζαρο κατελάμβανε την πεδιάδα δυτικά του Φρουρίου.

Το 1907 όταν ήρθαν στα Τρίκαλα πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία έμειναν για ένα χρονικό διάστημα στα οικήματα που υπήρχαν στο πρώτο διάζωμα του Φρουρίου.

Το 1910 οι Τρικαλινοί ήθελαν να γκρεμισθεί το Φρούριο. Σχετικό αίτημα προς την κυβέρνηση είχε υποβάλλει το Δημοτικό συμβούλιο υπογραμμίζοντας ότι «το φρούριον παρεμποδίζει τον αέρα και είναι εντελώς άχρηστον». Το αίτημα έγινε δεκτό από την Κυβέρνηση. Η εφ. «Αναγέννησις» (φ. 12/ 1/1910) καλούσε τον Δήμαρχο και τον Φρούραρχο της πόλης να προβούν αμέσως στην κατεδάφιση του.

Το 1913, κατά την ημέρα της κηδείας του βασιλιά Γεωργίου, ο οποίος είχε δολοφονηθεί στη Θεσσαλονίκη από τον Αλ. Σχοινά, «Πένθιμοι κανονιοβολισμοί ερρίπτοντο από το Φρούριο». («Θάρρος» 21/3/1913).

Επίσης το 1913 οι στύλοι και το ξύλινο ικρίωμα επί του οποίου στηριζόταν η καμπάνα του τουρκικού ρολογιού, το οποίο είχαν κατασκευάσει οι Οθωμανοί τον 17ο αιώνα, είχαν σαπίσει. Παρά τις προειδοποιήσεις της εφ. «Θάρρος» κανείς αρμόδιους δεν ενδιαφέρθηκε. Τελικά η καμπάνα έπεσε στις 3 Ιουνίου, ευτυχώς χωρίς να προκαλέσει θύματα.

Το 1914 χρυσοθήρες άρχισαν να σκάβουν στο Φρούριο με την ελπίδα να βρουν κρυμμένους θησαυρούς. Η απόπειρα απέτυχε. Θησαυροί δεν βρέθηκαν.

Το 1916, κατά τον εθνικό διχασμό, η Νομαρχία Τρικάλων κατάρτισε, με την ευκαιρία της γιορτής του βασιλιά Κωνσταντίνου, ένα πλούσιο πρόγραμμα, που μεταξύ άλλων περιελάμβανε και τη φωταγώγηση του Φρουρίου «δι’ ικανής ποσότητος ριτίνης». Έξι μήνες αργότερα, πάνω από χίλια άτομα ανήκοντα στον Σύνδεσμο Επιστράτων -οργάνωση που υποστήριζε τη μοναρχία- συγκεντρώθηκαν στο Φρούριο από όπου «με τη σημαίαν των και την σάλπιγγά των, με βήμα στρατιωτικόν διήλθον την πόλιν ζητωκραυγάζοντες υπέρ του Βασιλέως». («Αναγέννησις» 17/11/1916)

Το 1918, μετά την αλλαγή του πολιτικού καθεστώτος -ο βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε εξοριστεί και τα ηνία της χώρας είχε αναλάβει ο Βενιζέλος- ο Σύλλογος Φιλελευθέρων, με την ευκαιρία της 25ης Μαρτίου, έσπευσε να φωταγωγήσει το Φρούριο με πυρσούς. Στις αρχές Μαΐου της ίδιας χρονιάς ήρθε στα Τρίκαλα ο Άγγλος αρχιτέκτονας τοπίου Τόμας Μώσον, ο οποίος δήλωσε ότι το σχέδιο της πόλεως ήταν τέλειο και συμβούλευσε τον δήμαρχο Π. Χατζηγάκη να κατασκευάσει στο Φρούριο μια μεγάλη δεξαμενή για να υδρεύεται η πόλη. («Θάρρος» 11/5/1918)

Το 1919 στα Τρίκαλα δεν υπήρχε νοσοκομείο. Λόγω των κρουσμάτων ευλογιάς που εμφανίστηκαν την εποχή εκείνη στην πόλη, οι τοπικές Αρχές ζήτησαν από το Υπουργείο Εσωτερικών μια πίστωση 10.000 δρχ. προκειμένου να συστήσουν ευλογιοκομείο στα κτίρια που υπήρχαν την εποχή εκείνη στο πρώτο διάζωμα του Φρουρίου. Επειδή η σχετική πίστωση καθυστερούσε, οι αρμόδιοι φορείς χρησιμοποίησαν ως ευλογιοκομείο τους οίκους ανοχής επί της οδού Λαρίσης και ως αναρρωτήριο το Κουρσούμ τζαμί. («Θάρρος» 5/9/1919) Ωστόσο για ένα χρονικό διάστημα μέσα σε ένα μισογκρεμισμένο κτίριο του Φρουρίου λειτούργησε απομονωτήριο πασχόντων από ευλογιά.

Το 1923, ύστερα από τη Μικρασιατική καταστροφή εκατοντάδες πρόσφυγες έφθασαν στα Τρίκαλα. Η επιτροπή περιθάλψεως τους εγκατέστησε αρχικά σε επιταγμένα σχολεία και στη συνέχεια στους παλαιούς στρατώνες (σημερινά δικαστήρια). Λόγω των επιδημιών, με προτροπή του υγειονομικού επιθεωρητή του νομού Γ. Πράντζου και του ιατρού περιθάλψεως των προσφύγων Γ. Κύρκου, ο Δήμος Τρικκαίων ψήφισε ένα κονδύλι 35.000 δρχ. για να ανακαινισθούν τα κτίρια που βρίσκονταν στο Φρούριο ώστε να χρησιμοποιηθούν ως νοσοκομείο λοιμωδών νοσημάτων. Επειδή οι εργασίες εκτελούνταν με αργούς ρυθμούς, τελικά το νοσοκομείο λειτούργησε σε μια πτέρυγα των νέων στρατώνων.

Το 1928 επί δημαρχίας Χρίστου Χατζηγάκη, ο Δήμος Τρικκαίων αποφάσισε να ιδρύσει δημοτικό νοσοκομείο. Η αρμόδια επιτροπή αρχικά επέλεξε ως κατάλληλο χώρο το Φρούριο. Τελικά το δημοτικό νοσοκομείο κτίστηκε στους πρόποδες του Προφήτη Ηλία.

Το 1934 επικρατούσε και πάλι η σκέψη να κατεδαφισθεί το Φρούριο. Ο Δήμαρχος Θ. Θεοδοσόπουλος ,αφού με τη μεσολάβηση του Νομάρχη Πιπιλιάγκα είχε εξασφαλίσει τη συγκατάθεση του Υπουργείου Γεωργίας για χρήση και εκμετάλλευση του Φρουρίου, κάλεσε στα Τρίκαλα τον αρχιτέκτονα του Δήμου Αθηναίων Νικολούδη, καθ’ υπόδειξη του οποίου αποφασίστηκε να μην κατεδαφιστεί το Φρούριο αλλά να παραμείνει ως έχει και να αναδασωθεί ο πέριξ χώρος.

Το 1936 ο δήμαρχος Θεοδόσης Θεοδοσόπουλος ανήγειρε στο Φρούριο τον σημερινό πύργο του ρολογιού, στην ίδια περίπου θέση που ήταν και ο πύργος του τούρκικου ρολογιού. Η κατασκευή του όλου έργου έγινε από τον εργολάβο Φαμπρικάνο και κόστισε στον Δήμο 257.505 δρχ.

(«Θάρρος 17/1/1937). Την ίδια εποχή κατασκευάστηκαν και οι υπάρχοντες στο πρώτο διάζωμα του Φρουρίου φανοστάτες, οι οποίοι είναι παρόμοιοι με τους φανοστάτες της πλατείας Ρήγα Φεραίου.

Το 1937, λειτουργούσε στο Φρούριο υπό τη διεύθυνση των Βισβίκη και Παπαδήμα ένα καφενεδάκι, στο οποίο το καλοκαίρι του 1937 έπαιζε το συγκρότημα Βαμβακάρη, Μπάτη και Σαμιωτάκη. Κατά την παραμονή του στα Τρίκαλα ο Βαμβακάρης συνέθεσε το τραγούδι «Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά εμένα αγαπάνε». «Το έγραψα και το λανσάρισα στο καφενεδάκι που είχαν κάνει στο φρούριο», γράφει στην αυτοβιογραφία του.

Το 1940, λόγω των πολεμικών γεγονότων στην Ευρώπη, οι Αρχές της πόλεως εγκατέστησαν στο Φρούριο σειρήνα. Τον Απρίλιο του 1941 κατά τους γερμανικούς βομβαρδισμούς τη μόνη ζημιά που υπέστη το ρολόι της πόλης ήταν να σπάσει το καντράν. Κακώς αναφέρεται και μάλιστα σε επίσημη ιστοσελίδα ότι ο πύργος του ρολογιού βομβαρδίστηκε.

Τον Σεπτέμβριο του 1943, μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας και την κατάληψη των Τρικάλων από τους Γερμανούς, γερμανική φρουρά εγκαταστάθηκε στον πύργο του ρολογιού, από όπου και ήλεγχε όλη την πόλη.

Στις 18 Οκτωβρίου 1944 οι Γερμανοί αναχώρησαν από τα Τρίκαλα. Ένα χρόνο αργότερα, 27 Σεπτεμβρίου 1945 η Νομαρχιακή επιτροπή του ΕΑΜ, με τη ευκαιρία της τέταρτης επετείου της ίδρυσής του ΕΑΜ, οργάνωσε στο πρώτο διάζωμα του Φρουρίου μεγάλη διαδήλωση.

Το 1946 οι μαθητές και μαθήτριες του γυμνασίου έδωσαν στο πρώτο διάζωμα του Φρουρίου θεατρική παράσταση με το έργο «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», σε σκηνοθεσία του καθηγητή Γ. Παπαγεωργίου. Το ρόλο της Ιφιγένειας έπαιζε η μαθήτρια Καίτη Κακκαβα.

Το 1954 κατέρρευσε από διάβρωση ένα μέρος του τείχους του Φρουρίου και καταπλάκωσε μια οικία από την οποία ανασύρθηκαν νεκροί μια γυναίκα και δυο παιδιά. Ύστερα από το δυστύχημα αυτό ξανάρχισε συζήτηση για κατεδάφιση του Φρουρίου. Ο τοπικός τύπος όμως αντέδρασε. «Ότι σεβάσθηκαν οι αιώνες εμείς δεν έχουμε δικαίωμα να το γκρεμίσουμε» έγραψε η εφ. «Αναγέννησις» ( 26/2/1954)

Τον Μάιο του 1958 οργανώθηκε το Φεστιβάλ Τρίκκης. Την πρώτη ημέρα των εκδηλώσεων τέσσερις χιλιάδες Τρικαλινοί συγκεντρώθηκαν στο Φρούριο για να ακούσουν τη Φιλαρμονική του Δήμου Λάρισας, την μπάντα του Α’ Σώματος στρατού και την Αμερικανίδα κοντράλτο Βιρζίνια Πάρις να τραγουδάει θρησκευτικά νέγρικα τραγούδια συνοδευόμενη στο πιάνο από τον Κώστα Κυδωνιάτη.

Το 1960 ο δήμαρχος Ιωάννης Μάτης ανήγειρε στο Φρούριο δημοτικό περίπτερο, εξωράισε τον περιβάλλοντα χώρο και κατασκεύασε μια σκάλα από την πλευρά της Αγίας Φανερωμένης. Κατά την περίοδο 1960-1970 το δημοτικό περίπτερο του Φρουρίου εξελίχθηκε σε κοσμικό κέντρο, στο οποίο έπαιζαν πολύ γνωστές ορχήστρες των Αθηνών.

Το 1988 επί δημαρχίας Αθ. Τριγώνη αναγέρθηκε στο δεύτερο διάζωμα του Φρουρίου υπαίθριο θέατρο, όπου τους θερινούς μήνες δίνονται θεατρικές παραστάσεις.

Το 2014 η αρχαιολογική υπηρεσία επισκεύασε το τρίτο διάζωμα του Φρουρίου, στο οποίο σώζεται και η πυριτιδαποθήκη.

Το 2016 στο δημοτικό περίπτερο του Φρουρίου, το οποίο εδώ και καιρό παρέμενε ξενοίκιαστο, φιλοξενήθηκαν -με απόφαση του δημάρχου Δημ. Παπαστεργίου- 190 περίπου πρόσφυγες από τη Συρία και Αφγανιστάν. Οι πρόσφυγες ύστερα από παραμονή τριών εβδομάδων αναχώρησαν. Λίγο αργότερα ο Δήμος Τρικκαίων νοίκιασε το δημοτικό περίπτερο σε ιδιώτη επιχειρηματία.

Για την αντιγραφή: Σ.Α. Μπακοβασίλης