Δήμος Τρικκαίων

Τρίκαλα: Η πόλη με τα άφθονα νερά

5 Ιουλίου 2022

Ανάβρες, βρύσες, τουλούμπες και αρτεσιανά

Η περιοχή μας φημίζονταν για τον πλούτο των νερών της όπως και σήμερα ακόμη. Το υπέδαφος της, σύμφωνα με έρευνες, έχει άφθονα υγιεινά και δροσερά νερά τα οποία ήταν ικανά να υδρεύουν ολόκληρη τη Θεσσαλία.

Η ονομασία της πόλεως μας Τρίκαλα, προέρχεται, όπως αναφέρει μια πολύ παλιά παράδοση, από τις λέξεις «τρία καλά». Ένα από τα τρία καλά της πόλεως μας είναι και η ύπαρξη υγιεινού νερού που σε καμιά άλλη περιοχή της χώρας μας δεν συναντάται τόσο άφθονο, όσο εδώ.

Κάθε καλοκαίρι τα Τρίκαλα υπόφεραν αφάνταστα από έλλειψη πόσιμου νερού γιατί στείρευαν στα παλιά χρόνια οι βρύσες και στα μεταπολεμικά χρόνια τ’ αρτεσιανά. Κατά την τελευταία περίοδο 1965—70 ολοκληρώθηκε το δίκτυο υδρεύσεως και το πιο ακρότατο σημείο της πόλεως όλο τον χρόνο έχει τώρα άφθονο νερό. Ας δούμε όμως πως υδρεύονταν οι παλιοί Τρικαλινοί.

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, υπήρχαν στην πόλη μας πάρα πολλές βρύσες και μεγάλες «ανάβρες» στις όχθες του Ληθαίου. Οι πιο ξακουστές απ’ αυτές ήταν:

Της «Μαρούγγενας» από την οποία έπαιρναν το νερό οι Τούρκοι «σακάδες» μέσα σε δερμάτινα τουλούμια (τομάρια) και κάδους που τα φόρτωναν σε αλόγα ή μουλάρια και το πουλούσαν σ’ όλη την πόλη διαλαλώντας το σαν «κρύο νερό από την Μαρούγγενα».

Της «Γούρνας» όπου η σημερινή ομώνυμη μεγάλη γέφυρα, την οποία ο πρώτος μετά την απελευθέρωση αιρετός Δήμαρχος Τρικκαίων Κ. Ραδινός επισκεύασε και την έκανε οκτάκρουνη (κάνουλες) από τις οποίες έτρεχε ασταμάτητα μέρα-νύχτα κρύο νερό. Η βρύση καταστράφηκε το 1947 κατά την διαρρύθμιση της κοίτης του Ληθαίου.

Άλλη βρύση ήταν της «Βουβής» με χωνευτικό νερό και θεραπευτικές ικανότητες, όπως έλεγαν. Στη «Βουβή» κοντά στο σπίτι της οικογένειας Πελέκη υπήρχε μια ανάβρα από την οποία έβγαινε συνέχεια ζεστό νερό. Λέγεται πως ήτανε ιαματικό. Εκεί, παλιότερα, οι Τρικαλινές νοικοκυρές πλένανε τα μάλλινα τους με τον κόπανο. Δίπλα στην ανάβρα εκείνη υπήρχε μια «ρουφήχτρα» (χαβούζα) πολύ επικίνδυνη. Κάθε τόσο «τραβούσε» μέσα της πολλά μάλλινα (κουβέρτες και βελέντζες) και πολλές Τρικαλινές που πλένανε εκεί κοντά κινδύνευσαν να πνιγούν σ’ αυτή. Εξ αιτίας της υπάρξεως τόσων πολλών αναβρών τα νερά του Ληθαίου ήταν την εποχή εκείνη πεντακάθαρα.

Επίσης αφθονούσαν στις όχθες αναρίθμητες ανάβρες από τις οποίες οι Τρικαλινοί έπαιρναν νερό που το διατηρούσαν μέσα σε χωματένιες στάμνες, γιατί ήταν -όπως πίστευαν- το νερό που χρησιμοποιούσε στην αρχαιότητα ο Ασκληπιός για την θεραπεία μερικών παθήσεων του στομαχιού. Πραγματικά, αυτό το νερό που έβγαινε από τις ανάβρες του Ληθαίου ήτανε χωνευτικό και πάντοτε κρύο χειμώνα — καλοκαίρι. Κοντά σ’ αυτές οι Τρικαλινές νοικοκυρές δούλευαν αδιάκοπα τον… κόπανο. Έπλεναν τα μάλλινα και τις βελέντζες στα γάργαρα και κατακάθαρα νερά. Και ήταν τόσο καθαρά τα νερά του Ληθαίου σε κείνο το σημείο που μπορούσες να πιείς απ’ αυτά! Το αδιάκοπο και τόσο εκνευριστικό εκείνο «γκαπ—γκουπ» των δεκάδων κοπάνων από… δυναμικές Τρικαλινές ήταν ο… εφιάλτης των περίοικων της περιοχής αυτής.

Με την πάροδο του χρόνου πολλές από τις βρύσες αυτές στέρεψαν ή καταστράφηκαν και προκλήθηκε τότε μεγάλη λειψυδρία, από την οποία για πολλά χρόνια υπέφερε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης. Ο τότε δήμαρχος Γ. Κανούτας έλυσε κατά κάποιο τρόπο το πρόβλημα της υδρεύσεως με τις υδραντλίες, τις γνωστές τουλούμπες, που τοποθέτησε σε σημεία της πόλεως όπου υπήρχαν υπόγειες πηγές.

Αργότερα τοποθετήθηκαν περισσότερες τουλούμπες και στα νεώτερα χρόνια, γύρω στα 1920—30, όλα σχεδόν τα Τρικαλινά σπίτια είχαν την δικιά τους τουλούμπα. Το νερό όμως από τις περισσότερες σπιτίσιες τουλούμπες ήτανε κοντά σε βόθρους και βρώμικους χώρους. Άλλων το νερό ήτανε βαρύ — «μολυβένιο» όπως το χαρακτήριζαν και πολύ γλυκό και χρησίμευε μόνο για πλύσιμο κι άλλες οικιακές ανάγκες. Από το νερό αυτό προκαλούνταν κάθε τόσο -πιο πολύ το καλοκαίρι- διάφορες αρρώστιες που κυριολεκτικά θέριζαν τους παλιούς Τρικαλινούς. Η πιο συνηθισμένη αρρώστια που προκαλούνταν από το νερό των τουλουμπών εκείνων που ήταν κοντά σε βόθρους, ήταν ο τύφος, από τον όποιο αρκετοί συμπολίτες πέθαιναν τότε.

Εκείνες που ήταν ονομαστές για το καλό πόσιμο νερό τους και αποτελούσαν το «σήμα κατατεθέν» κάθε περιοχής, ήταν οι τουλούμπες στα παλιά «Χασάπικα», όπου σήμερα το κτίριο της νομαρχίας, στα «Ωραία Τρίκαλα», (ένα παλιό κέντρο στην οδό 25ης Μαρτίου), στον περίβολο της εκκλησίας της Αγίας Επισκέψεως, που εκείνη την εποχή ήταν η Τρικαλινή Μητρόπολη, στον Προσφυγικό συνοικισμό (δίπλα στους Στρατώνες), στο παλιό καφενείο Ψημένου (στην οδό Κονδύλη κοντά στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου Μπάρας), στην ταβέρνα Κύρνα (δίπλα στον εκεί παλιό αιωνόβιο πλάτανο), έξω από το τότε ποτοποιείο Κούκια, (στην οδό Καραϊσκάκη) και αλλού.

Τουλούμπες είχανε όλα τα τότε κεντρικά και συνοικιακά καφενεία, όπως του Σ. Κωστίκα, Πούλιου, Χολέβα, Ζυγοπούλου, Χουρχούμπα, Εθνικό, Πολίτσου, Νίτσα κ.ά. Καθώς και τα τότε λιγοστά εστιατόρια και οι ταβέρνες.

Τόσο στις παλιές βρύσες, όσο και στις δημόσιες τουλούμπες κατά τις ζεστές ιδίως μέρες του καλοκαιριού παρατηρούνταν μεγάλος συνωστισμός Τρικαλινών κάθε φύλου και ηλικίας. Γυναίκες, κορίτσια, μικρά παιδιά, ακόμα κι’ άντρες μ’ ένα ή δυο γκιούμια και στάμνες στα χέρια τους περίμεναν στην ουρά, καμιά φορά ολάκερη ώρα για να πάρουν νερό. Συχνά δε γίνονταν και καυγάδες, άλλοτε μικροί κι’ άλλοτε μεγάλοι, κυρίως από τις γυναίκες, γιατί η μία έσπρωξε την άλλη ή γιατί η πιο καπάτσα κατάφερε να φτάσει πρώτη στην τουλούμπα και να γεμίσει τα γκιούμια της. Πότε—πότε γίνονταν και διαπληκτισμοί.

Η τουλούμπα στα «Χασάπικα» συγκέντρωνε πάντοτε χειμώνα — καλοκαίρι πολύ κόσμο. Εκεί ο συνωστισμός άρχιζε το πρωί και τέλειωνε το βράδυ, όταν έκλειναν τα μαγαζιά της αγοράς. Από την τουλούμπα αυτή υδρεύονταν, σχεδόν χωρίς υπερβολή, τα μισά Τρίκαλα! Το νερό της χρησιμοποιούσαν καθημερινά για την στοιχειώδη καθαριότητά τους και για το πλύσιμο των προϊόντων τους τα μαγαζιά που ήτανε μέσα κι’ έξω από το παλιό κτίριο της αγοράς, έργο του Δημάρχου Γ. Κανούτα, (κρεοπωλεία, λαχανοπωλεία, ψαράδικα, πατσατζίδικα κ.ά.). Το ίδιο το νερό χρησιμοποιούσαν για διάφορες ανάγκες τους και όλα τα άλλα μαγαζιά της περιοχής. Και σ’ όλα αυτά προστίθονταν και τα εκεί γύρω σπίτια και άλλων περιοχών. Σ’ αυτή την τουλούμπα ο συνωστισμός και οι μικροκαβγάδες ήτανε κάτι το συνηθισμένο και όσοι πήγαιναν εκεί οπλίζονταν προηγουμένως με… Ιώβεια υπομονή, για ν’ αντέξουν στο μαρτύριο της πολύωρης αναμονής.

Λίγο προτού κηρυχτεί ο πόλεμος του 1940 άρχισε στα Τρίκαλα η ανόρυξη αρτεσιανών που γενικεύτηκε στα μεταπολεμικά χρόνια. Πάνω από διακόσια —αριθμός πραγματικά μεγάλος— περίπου αρτεσιανά και ημιαρτεσιανά ανοίχτηκαν σ’ ολάκερη την πόλη και την περιοχή, που έδωσαν άφθονο νερό στους διψασμένους Τρικαλινούς.

Το πρώτο αρτεσιανό που ανορύχθηκε προπολεμικά ήτανε της εταιρείας Μπουτ στα Σαράγια. Λέγεται πως, όταν το γεωτρύπανο έφτασε στο υδροφόρο στρώμα, ξεπετάχτηκε σαν χείμαρρος τόσο νερό, που κινδύνευσε κυριολεκτικά να πλημμυρίσει όλη η γύρω περιοχή απ’ αυτό! Και ήταν τόση η ορμητικότητα του νερού (ξεπετάγονταν σε ύψος που έφτανε τα 3—4 μέτρα), που ήταν αδύνατη η τοποθέτηση των σωλήνων. Χρειάστηκε να ριχτεί τσιμέντο, κι’ έτσι μειώθηκε η ορμητικότητα του.

Τα περισσότερα δημοτικά αρτεσιανά έγιναν την εποχή που δήμαρχοι ήταν οι αείμνηστοι Ηρ. Ρέτος, Στέφ. Παλλαντζάς και ο Στυλ. Χατζηστεργίου. Ανορύχτηκαν αρτεσιανά στην τότε πλατεία Αμερικανών (τώρα Πολυτεχνείου), που μοιράστηκε με κάνουλες στα 4 άκρα της, στην πλατεία Δεσποτικού σε δύο σημεία αυτής, στα «Χασάπικα», (στο κέντρο τους δίπλα στην παλιά τουλούμπα με 4 κάνουλες), στον προσφυγικό συνοικισμό, στους δρόμους Ασκληπιού και Βασιλέως Κωνσταντίνου, στον Άγιο Κωνσταντίνο, απέναντι από την εκκλησία, στον Σιδηροδρομικό Σταθμό. Επίσης αρτεσιανά και ημιαρτεσιανά ανόρυξαν με δικά τους έξοδα πολλοί Τρικαλινοί μέσα στην πόλη σε αυλές σπιτιών και σε συνοικισμούς, σε μποστάνια, κήπους, χωράφια κ.α. Αρτεσιανά φημισμένα για το νερό τους ήτανε στο Τρικκαίογλου, των «Αμπελοκήπων», στον Σταθμό, της «Καλλιθέας», στην Μπάρα, στην Αγία Μονή, στα Σαράγια, στο Καραμαλή, στο κτήμα Θεοδοσοπούλου έξω από την Αγία Μονή κ.ά. Μια προσπάθεια ανορύξεως αρτεσιανού στην Αγία Επίσκεψη που ήταν η μοναδική και η πιο πυκνοκατοικημένη συνοικία (περιλαμβανόμενου και του Βαρουσιού) που υπέφερε τρομερά από έλλειψη νερού, απέτυχε, γιατί το γεωτρύπανο κάθε τόσο έσπαζε στο πετρώδες υπέδαφος της περιοχής αυτής.

Στην περίοδο 1950—60 υπήρχαν στην περιοχή μας, πάνω από διακόσια αρτεσιανά και ημιαρτεσιανά.

Και με την ύπαρξη τόσων πολλών αρτεσιανών συνδυάστηκαν και οι σημειωθέντες εκείνη την περίοδο συχνοί σεισμοί, που μερικοί ήτανε πολύ καταστρεπτικοί, όπως τον Απρίλιο του 1954 και τον Μάρτιο του 1958. Μάλιστα είχε διατυπωθεί η πρόβλεψη —μια πρόβλεψη εξωφρενική— που όμως έγινε πιστευτή από πολλούς, πως τα Τρίκαλα θα… βούλιαζαν! Μερικοί ευφάνταστοι στήριζαν την πρόβλεψή τους στο ότι η ύπαρξη τόσων αρτεσιανών έχει σαν συνέπεια το… άδειασμα του υπεδάφους της περιοχής μας από τα νερό που υπάρχει σ’ αυτό κι’ έτσι δημιουργούνταν κενά τα οποία στη συνέχεια προκαλούσαν τους… σεισμούς!

Για την αντιγραφή: Σ.Α. Μπακοβασίλης